Της Μαρίας Δήμου
Το να ζει κανείς στην Πόλη σημαίνει ότι επωμίζεται και το χάος της τεράστιας αυτής μεγαλούπολης. Αποστάσεις, κυκλοφοριακό, ακρίβεια, πολυκοσμία συνιστούν κομμάτια στο παζλ δυσκολιών της Πόλης. Κι όμως μέσα σ’ αυτόν το κυκεώνα αναδεικνύονται κάθε τόσο μικρά διαμαντάκια που κοσμούν την καθημερινότητά μας και μας ανταμείβουν για την υπομονή μας. Σε μια τέτοια συγκυρία βρέθηκα τις προάλλες.
Θέλοντας να επιβεβαιώσω πριν μερικούς μήνες τη λειτουργία του Kalederhane camii, της άλλοτε Παναγίας Κυριώτισσας ή της Μονής Ακαταλύπτου, διχάζονται οι γνώμες πάνω στο θέμα αυτό, καθώς προγραμμάτιζε την επίσκεψή της εδώ μια μεγάλη ομάδα γνωστών από την Ελλάδα, βρέθηκα στην περιοχή του Şehzade, στο κάτω άκρο του Υδραγωγείου του Ουάλλη. Κατέβηκα τα σκαλάκια, έβγαλα τα παπούτσια μου και πέρασα το σκληρό πράσινο δερμάτινο κάλυμμα της εισόδου επιβεβαιώνοντας τη λειτουργία του τεμένους.
Στην έξοδο μια έκπληξη!
Λατρεμένος χώρος με τις απίστευτες ροζ και γκρι ορθομαρμαρώσεις. Κοντοστάθηκα, κοίταξα, θαύμασα. Αυτός ο τόπος λατρείας, που άλλαξε τόσα χέρια κι από αρχαιοελληνικός και ρωμαϊκός, έγινε χριστιανικός, ορθόδοξος και καθολικός κι αργότερα τεκές και τέλος τζαμί, επιβάλει την ηρεμία και τη γαλήνη σε όποιον διαβεί την είσοδό του. Ακόμα και τα λίγα λεπτά κάτω από τον τρούλο του γλυκαίνουν, σαν το ροδαλό χρώμα των μαρμάρων του, τη ψυχή του ανθρώπου.
Στην έξοδο όμως με περίμενε μια έκπληξη. Ο ιμάμης του τζαμιού στεκόταν στην εξώπορτα με ένα ποτήρι καυτό τσάι του βουνού. «Κάνει κρύο σήμερα, μου είπε, πιείτε να ζεσταθείτε.» Για μια στιγμή δίστασα αλλά αμέσως μετά άπλωσα το χέρι μου και το καλοδέχτηκα. Πιάσαμε την κουβέντα και του είπα για την επικείμενη επίσκεψη των γνωστών μου και για την ιδιότητά τους. Δήλωσε πρόθυμος να μας υποδεχτεί, όποτε αυτοί θα έφταναν στην Πόλη.
Ένας άλλος ναός κρυμμένος…
Κύλησε ο καιρός και η ομάδα των γνωστών κατέφτασε. Οι βόλτες πολλές και οι επισκέψεις στους επιλεγμένους χώρους διαδέχονταν η μία την άλλη. Πάντα ο χρόνος στην Πόλη είναι πιεστικός καθώς όλοι θέλουν να δουν, να ακούσουν, να ζήσουν όσο το δυνατόν περισσότερα. Φτάσαμε κοντά στο μεσημέρι και στο Kalederhane. Βγάλαμε παπούτσια κι ένας ένας περνούσαμε στο εσωτερικό. Κι εκεί ήρθε η μεγάλη έκπληξη. Ο ιμάμης παρών αναζητούσε τον ιερωμένο που συνόδευε το γκρουπ. Θυμόταν όσα του είχα πει κι επέμενε να τον γνωρίσει. Τον καλωσόρισε, τον αγκάλιασε, του έδειξε όλον τον σεβασμό που αρμόζει σε έναν λειτουργό σε ένα άλλο λειτουργό του Θεού. Αντάλλαξαν φιλοφρονήσεις και λίγο πριν αποχωρήσουμε μας κάλεσε να δούμε και κάτι ακόμα.
Ακολουθώντας τον βρεθήκαμε στην αυλή κι από εκεί μπροστά σε μια κλειστή σιδερένια πόρτα κάτω από εκεί που υπήρχε κάποτε το ιερό. Ξεκλείδωσε κι άναψε το φως. Μια ακόμα έκπληξη μας περίμενε. Ένας άλλος ναός, που τα χρόνια της λατινοκρατίας είχε αφιερωθεί στον Άγιο Φραγκίσκο βρισκόταν μπροστά μας. Σπαράγματα αγιογραφιών και διακοσμητικών στοιχείων κοσμούσαν τους τοίχους. Ένας κόσμος ολόκληρος, μια χιλιόχρονη ιστορία ξετυλιγόταν μπροστά στα μάτια μας. Μικροί θόλοι και εσοχές, τόξα, σταυροθόλια και κόγχες! Αγιογραφημένα και διακοσμημένα με έντονα τα σημάδια της καταστροφικής επέμβασης αλλά και του χρόνου.
Βγήκαμε στο φως του ήλιου θαμπωμένοι από όσα είδαμε στο μισοσκόταδο του βυζαντινού ναού. Τα λόγια πια ήταν περιττά κι απλά πήραμε το δρόμο για να συνεχίσουμε τη περιήγησή μας. Οι στιγμές όμως στο Kalederhane, στην Παναγία Κυριώτισσα, θα μείνουν χαραγμένες στη μνήμη μας. Η Πόλη και οι άνθρωποί της ποτέ δεν θα πάψουν να εκπλήσσουν και δεν είναι λίγες φορές που αυτό θα είναι θετικά.