Της Κορνηλίας Μπαϊβερτιάν

Καθώς πλησιάζει η νέα σχολική χρονιά, ας γυρίσουμε πίσω τον χρόνο για να θυμηθούμε πώς οι μνήμες, οι συνήθειες και οι εμπειρίες σημάδεψαν μια ολόκληρη γενιά, αφήνοντας ανεξίτηλο αποτύπωμα στην ταυτότητά μας μέσα από τη σχολική ζωή.
Η περίοδος της σχολικής ζωής θεωρείται σημαντική στην πορεία του κάθε ανθρώπου καθώς ταυτίζεται με τα τρυφερά χρόνια τα οποία είναι συνυφασμένα με την διαμόρφωση του ατόμου σε μεγάλο βαθμό μέσα από την εκπαιδευτική διαδικασία. Εμείς, ο ανθός των δεκαετιών του ’70 κι ’80, οι άντρες και οι γυναίκες που ζήσαμε την εφηβεία μας και την πρώτη νιότη μας τα χρόνια αυτά, σήμερα κάνουμε το κουμάντο στην πολιτική, την δημοσιογραφία, τον αθλητισμό, τις επιστήμες, την τεχνολογία ως γονείς που μεγαλώνουμε τη νέα γενιά.
Ποιές ήταν οι συνθήκες εκπαίδευσης στην Πόλη τις δεκαετίες για τις οποίες γίνεται λόγος; Πώς μαθαίναμε; Τι μαθαίναμε; Ποιά ήταν η ατμόσφαιρα που επικρατούσε στο ομογενειακό σχολείο καθώς συνεχίζονταν αθόρυβα ο υπαρξιακός αγώνας της ελληνικής μειονότητας στην χώρα;
Επί αιώνες προσδιορίζουν τον βίο και την πολιτεία μας
Η παιδική ζωή των πολιτών ήταν και είναι πάντοτε συνυφασμένη με τα σχολεία και τον σχολικό θεσμό. Το ομογενειακό σχολείο, έχοντας ενωτικό ρόλο για τους Ρωμιούς της Πόλης και προσφέροντας ελληνοχριστιανική παιδεία, αποτελεί ‘το ελληνικό έδαφος’, εκείνο που μας λείπει στην χώρα την οποία η τύχη και η ιστορία εκτίμησαν να ζούμε. Η εκπαίδευση
και το σχολείο ως σημαντικοί παράγοντες συνέχισαν επί αιώνες να προσδιορίζουν τον βίο και την πολιτεία μας, μετά την εκκλησία η οποία δέσποζε αμέσως δίπλα από το σχολικό κτίριο κάθε περιοχής.
Το καλοκαίρι περνούσε ανέμελα για τον μαθητόκοσμο αλλά και τους μεγάλους. Μαζί με τα αυγουστιάτικα μελτέμια άρχιζαν και οι έγνοιες της σχολικής ζωής. Οι εποχές, από την καλοκαιρινή ζέστη στην φθινοπωρινή δροσιά, είχαν διαχωριστικά γνωρίσματα. Δεν ήταν η εποχή των έντονων κλιματικών αλλαγών. Γέμιζαν οι βαλίτσες της επιστροφήςαπό τα εξοχικά που άδειαζαν σιγά σιγά σε μαλθικούς ρυθμούς. Δεν ήταν λίγοι και αυτοί που προτιμούσαν να παραμένουν στα παραθεριστήριά τους, -νησιά και προάστια-, τους πρώτους μήνες της σχολικής σεζόν έως τις 29 Οκτωβρίου, την Εθνική Εορτή της Δημοκρατίας-το Τζουμχουριέτι.

Με πλαστή διεύθυνση για τα καλύτερα σχολεία
Η εγγραφή στο ομογενειακό σχολείο απαιτούσε μια ολόκληρη σειρά γραφειοκρατικής διαδικασίας. Σύμφωνα με τον νόμο κάθε υποψήφιος μαθητής εγγράφονταν στο σχολείο της περιοχής όπου έμενε και ανήκε η κατοικία του. Αν υπήρχαν γονείς με υψηλές προοπτικές για τα παιδιά τους και ήθελαν να τα στείλουν σε ‘καλύτερα’ σχολεία σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τους, αποτείνονταν στο συγκεκριμένο σχολείο με πλαστή διεύθυνση. Σε κέντρα εγγραφής όπου καθόριζε το Υπουργείο Παιδείας, -και άλλαζαν σπανίως-, αποτείνονταν οι γονείς. Κατόπιν ακολουθούσαν ολόκληρες ουρές και η μετ’ εμποδίων διαδικασία μέχρι να λάβουν την γραπτή απόφαση της εγγραφής από τους ιθύνοντες-εκπροσώπους της Διεύθυνσης Παιδείας. Το Εβραϊκό Λύκειο του Γαλατά και το Αρμενικό Εσαγιάν στο Ταξίμ, -απέναντι από το Ζάππειο-, για πάρα πολλά χρόνια ήταν τα σχολεία όπου φιλοξένησαν τους εκπροσώπους της ΔιεύθυνσηςΠαιδείας και επισκέφτηκαν κατ’ ανάγκην οι γονείς, οι οποίοι έπρεπε να εγγράψουν τα παιδιά τους. Οι ενδιαφερόμενοι γονείς και κηδεμόνες λάμβαναν σειρά με ένα νουμεράκι το οποίο μοίραζε κάποιος αρμόδιος φορέας. Και πάλι με ένα νουμεράκι το οποίο ήταν κι ο αριθμός εγγραφής του μαθητή,αποχωρούσαν. Ώρες ολόκληρες κρατούσε ο παντζουρλισμός. Κάποιοι προβλέποντας το κακό, είχαν στις τσάντες τους νερό και κολατσιό, για εν ώρ’ ανάγκη. Ο κύκλος επαναλαμβανόταν κατά το ξεκίνημα σε κάθε σχολική βαθμίδα: στο δημοτικό, στο γυμνάσιο και στο λύκειο.
Στις μέρες μας όλα αυτά έχουν απλοποιηθεί. Ίσως από καλή διάθεση της κυβέρνησης-επειδή ως μειονότητα έχουμε συρρικνωθεί όσο ποτέ, ή ίσως λόγω των διευκολύνσεων που παρέχει η η τεχνολογία.
Νηπιαγωγείο μόνο για τα ‘ζωηρά’ παιδιά
Το νηπιαγωγείο δεν αποτελούσε αρχή της σχολικής σταδιοδρομίας, όπως συνηθίζεται στις μέρες μας. Συνήθως, τα χρόνια εκείνα στο νηπιαγωγείο στάλθηκαν τα «ζωηρά» παιδιά για να έχουν ‘μιαν απασχόληση’, αλλά και ομαλή προσαρμογή στην μετέπειτα σχολική τους πορεία. Αυτή ήταν η λύση που εφεύρισκαν το παρών εκπαιδευτικό σύστημα και οι μητέρες για την περίπτωση των ατίθασων -από φύση τους- παιδιών. Ενώ τα φιλήσυχα παιδιά έμεναν στο σπίτι με την μαμά και τα αδέλφια τους συνεχίζοντας να βιώνουν την σπιτική ραστώνη και φλερτάροντας το σχολείο εξ αποστάσεως. Κατά την δεκαετία του ’70 είχαμε δυο νηπιαγωγεία: αυτό του Ζαππείου και των ΑγίωνΚωνσταντίνου και Ελένης, απ’όπου ξεκινούσε η μαθητική σταδιοδρομία των ρωμιόπαιδων που οι γονείς τους πάσχιζαν να λάβουν μόρφωση αλλά και να κοινωνικοποιηθούν. Από τα δύο, το Νηπιαγωγείο του Αγίου Κωνσταντίνου έκλεισε στις αρχές του ’80, μαζί και το δημοτικό του. Το Νηπιαγωγείο του Ζαππείου λειτουργεί ακόμα μέχρι σήμερα. Τα σχολεία ήταν με δίδακτρα και όχι δωρεάν όπως συνηθίζεται τώρα. Συνήθως οι γονείς προτιμούσαν να στείλουν τα παιδιά τους στο νηπιαγωγείο, με τους γνωστούς τους νηπιαγωγούς ή σε αυτό όπου θα πήγαιναν και οι φίλοι-συνομήλικοι των παιδιών τους. -H τάση αυτή των γονιών σχετικά με την προτίμηση σχολείου, συνέχιζε και για τις επόμενες σχολικές βαθμίδες.-Όμως έπαιζαν σημαντικό ρόλο στην προτίμησή τους και άλλοι παράγοντες, όπως: το πρόγραμμα της διδασκαλίας, η λίστα του μεσημβρινού γεύματος, την οποία έπρεπε να ακολουθούν και να ετοιμάζουν ένα προς ένα οι μητέρες κάθε μεσημέρι, ανάλογα με τις υποδείξεις του σχολείου, αλλά και το -κυριότερο-, το μέγεθος των διδάκτρων του σχολείου. Βεβαίως πάντα υπήρχαν και οι γονείς οι οποίοι έτειναν προς τα κολέγια με την πεποίθηση ότι τα παιδιά τους θα πάρουν καλύτερη μόρφωση και θα χουν την δυνατότητα εκμάθηση ξένων γλωσσών. Στις περιπτώσεις αυτές, τα παιδιά άρχιζαν στο σχολείο στην ηλικία τεσσάρων χρονών για να μάθουν την άρχουσα γλώσσα της σχολής όπου θα ακολουθήσουν. Η προκαταρκτική αυτή εκπαίδευση ήταν κατά κάποιο τρόπο και η περίοδο αφομοίωσης του νηπίου αλλά και της οικογενείας του στα ξένα δεδομένα-πρότυπα.Τα χρόνια αυτά επιεικώς αντιμετωπίστηκε η βούληση των οικογενειών ως προς το ζήτημα επιλογής σχολείου, ομογενειακού ή ξένου. Μάλιστα επικροτήθηκε η κολεγιακή εκπαίδευση.
Τότε ο πληθυσμός μας στην Πόλη ήταν διπλάσιος
Μην ξεχνάμε ότι, παρά την συνεχόμενη μετανάστευση στην Ελλάδα, -γεγονός που προκαλούσε αγανάκτηση-, ο πληθυσμός μας στην Πόλη, ήταν διπλάσιος και τριπλάσιος απ’ότι σήμερα όπου έχουμε φθάσει τους δυό χιλιάδες.
Στο νηπιαγωγείο είχαμε και από ένα σήμα, σύμβολο που μας χαρακτήριζε: το πέταλο, το μήλο, την πεταλούδα, την γατούλα, το αυτοκίνητο, το αεροπλάνο, κ.α. (Εγώ ήμουν το πέταλο.) Είχαμε τις θυρίδες μας με το αντίστοιχο σήμα του ο καθένας μας, όπου εκεί φυλάγονταν τα προσωπικά μας αντικείμενα. Ο σάκκος, το σεφερτασάκι, η οδοντόβουρτσά μας κ.λ. Υπήρχαν τα κρεβατάκια μας όπου ξεκουραζόμασταντα απογεύματα. Τα τραπεζάκια μας, οι καρεκλίτσες μας, όλα αυτά ήταν μικρά όσο το μποϊ μας, λιλιπούτια. Μαθαίναμε να γράφουμε γραμμούλες, το όνομά μας και να βάφουμε. Μαθαίναμε επίσης τρόπους αλλά και τραγουδάκια και ποιηματάκια. Το τραγουδάκι «Με τα δυο χεράκια πλάθω κουλουράκια!» ήταν ένα από τα πιο γνωστά της νηπιακής ηλικίας όπου λάμβανε την πρώτη σειρά του ρεπερτορίου των σχολικών τραγουδιών.
Η ανάγκη της σχολικής ομοιομορφίας ξεκινούσε από το νηπιαγωγείο και ακολουθούσε έως την αποφοίτηση. Έτσι επιβαλλόταν η σχολική ενδυμασία από την νηπιακή ηλικία. Ήταν το πρέπον του εκπαιδευτικού συστήματος κάθε χώρας,το οποίο στόχευε στην τάξη και τον έλεγχο της μαθητικής στρατιάς. Όπως άρμοζε σε κάθε ‘δημοκρατική χώρα’.

Μονάχα στην Ελλάδα τα βρίσκαμε
Ο σχολικός εξοπλισμός, συνήθως απαρτιζόταν από πράγματα δελεαστικά από χρώματα, κι αρώματα: κασετίνες και μικρούς καλικαντζουρίστικους σχολικούς σάκους με μίκι μάους και ήρωες παραμυθιών, όπως η χιονάτη, η κοκκινοσκουφίτσα, η κοιμωμένη ωραία κ.α. Τα αρωματισμένα μολύβια και τα σβηστήρια μας, τα οποία φρόντιζαν οι ελλαδίτες συγγενείς μας, αποτελούσαν τα εκλεκτά κομμάτια μιας ανεκτίμητης συλλογής για τον καθένα μας. Χαλούσε ο μικρόκοσμός μας αν δανείζαμε κανένα από αυτά και δεν μας επιστρεφόταν. Ήταν τα πολύτιμα εισαγόμενα είδη που μονάχα στην Ελλάδα τα βρίσκαμε. Όπως και τα διάφορα άλλα μικρά και μεγάλα πράγματα, -ακόμα και το πρωτοχρονιάτικο δέντρο και τα στολίδια του-, για τα οποία φρόντιζαν οι γονείς και συγγενείς μας, κουβαλώντας τα από την Αθήνα και την Θεσσαλονίκη, λίγο λίγο σε κάθε ταξίδι τους, με προορισμό την Πόλη. Η τουρκική αγορά δεν είχε κάνει ακόμα το άνοιγμά της, στην δυτική κοινωνία κατανάλωσης. Ήταν οι καιροί της οικονομίας, όπου αξιοποιούνταν ‘τα πάντα’. Κατά συνέπεια δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι τα σχολικά είδη της εποχής θύμιζαν αυτά των κομμουνιστικών χωρών. Ήταν πολύ λιτά και σχεδόν άχρωμα, αλλά εκτελούσαν μια χαρά τον σκοπό τους και μας συντρόφευσαν καθ’ όλην την σχολικήμας ζωή. Τα είδη αυτά τα βρίσκαμε σε χαρτοπολεία, και σεμικρομάγαζα-βιβλιοπωλεία της γειτονιάς μας. Κάποιοι μπακάληδες επίσης πουλούσαν χαρτική ύλη από τετράδια, μολύβια μολυβένια και στυλά διαρκείας. Όταν προέκυπτε άμεση ανάγκη καταφεύγαμε σε αυτούς. Δεν υπήρχαν ακόμα τα μεγάλα μάρκετ και τα εμπορικά κέντρα, ούτε κατά διάνοια...

Τσάντες με τενεκεδένιο κλειδί
Οι παραδοσιακές σχολικές τσάντες πριν το ρεύμα των εισαγόμενων προϊόντων, κάλυπταν τις ανάγκες μεταφοράς του σχολικού μας εξοπλισμού από διάφορα είδη, τετράδια, βιβλία, κασετίνες κ.α. Ήταν κι αυτές ομοιόμορφες, σε μπλε, καφέ και μαύρο χρώμα. Είχαν σχήμα φακέλου κι έκλειναν με τενεκεδένιο κλειδί το οποίο χαλνούσε γρήγορα. Είχαν κι ένα πέτσινο χερούλι για να κρατιούνται. Συνήθως οι τσάντες αυτές ήταν φτιαγμένες από πλαστικό δέρμα, την δερματίνη. Είχαν μια, δυο, τρεις και παραπάνω θέσεις για να τοποθετούνται τα διάφορα μεγέθη τετραδίων και βιβλίωνμας. Όσο ανέβαιναν οι τάξεις μεγάλωνε το μέγεθος της σχολικής τσάντας. Κατά προτίμηση των γονέων καλό ήταν να χρησιμοποιούνται προσεκτικά ώστε να μην παλιώνουν και χαλάνε, και για να μην προστίθεται κι άλλο ένα έξοδο. Υπήρχαν και οι πάνινες τσάντες όπου σε αυτές συνήθως έμπαιναν τα αθλητικά παπούτσια και η αθλητική φόρμα. Κάποια αγόρια κρατούσαν στο σχολείο την παλαιωμένη τσάντα των μπαμπάδων τους, η οποία ήταν τεράστια...
Σεφετάσια… με έγχρωμα μανό
Τα σεφερτάσια, αποτελούσαν τα πολύτιμα κομμάτια του σχολικού εξοπλισμού και ήταν τενεκεδένια. Κάποια ήταν πολυώροφα, για διαφορετικό είδος φαγητού κι εδεσμάτων από φρούτα και γλυκά. Τα σεφερτάσια αυτά, ως συνήθως έμπαιναν σε μια ξεχωριστή τσάντα, μικρότερη, η οποία συνόδευε την μεγάλη σχολική. Οι μητέρες για να μην μπερδεύονται τα στιγμάτιζαν με έγχρωμα μανό. Όταν τα σεφερτάσια έμπαιναν στον φούρνο για να θερμανθεί το φαγητό, το μανό άλλαζε χρώμα και τα λάστιχα στα καπάκια πολλές φορές έλιωναν, -και ελαφρώς μύριζαν-, από το επαναλαμβανόμενο φουρνάρισμα σε υψηλούς βαθμούς. Το δε μανό, φυσικά ξεραινόταν και θόλωνε συν τω χρόνω από επανειλημμένα ψησίματα. Σήμερα την θέση των τενεκεδένιων σεφερτασιών έλαβαν τα ανοξείδωτα, τα γυάλινα ή τα πλαστικά σκεύη της υψηλής τεχνολογίας, τα οποία θεωρούνται πιο υγιεινά κι αντέχουν στην θερμοκρασία των φούρνων μικροκυμάτων.
Οι σάκκοι του ώμου δεν υπήρχαν ακόμα. Κι αν υπήρχαν σπάνιζαν και ήταν από τα εισαγόμενα κομμάτια που ερχόταν από την δύση και την Ελλάδα μεταξύ πολλών αντικειμένων που κουβάλαγαν οι γονείς και συγγενείς μας κατά τα ταξίδια τους ‘εις την Πόλιν’. Τα προσέχαμε σαν κόρη οφθαλμού, ‘μη στάξει και μη βρέξει’! Για κάποιους μαθητές η σχολική τσάντα από μόνη της ταυτιζόταν με το μαθητικό πρεστίζ. Δεν υπήρχαν ακόμα τα λαπ-τοπ και η κινητή τηλεφωνία που έφεραν τα πάνω-κάτω.
Γυαλιστερή μαύρη ποδιά… λευκό γιακαδάκι…
Η σχολική ενδυμασία, ήταν η ένδειξη της αυστηρά πειθαρχημένης σχολικής ζωής και με την χαρακτηριστική ομοιομορφία της, αποτελούσε το μέσο ισοπέδωσης των μαθητών από διάφορα κοινωνικά στρώματα. Η πληκτική κλασικότητα των χρωμάτων της ήταν ένας σημαντικός παράγοντας που απωθούσε τα παιδιά και τους έφηβους σπουδαστές, χώρια από το αυστηρό και κλασικό πρόγραμμα σπουδών το οποίο επαύξανε το φορτίο τους. Στο δημοτικό, τα χρώματα που επικράτησαν τις δεκαετίες αυτές ήταν το μαύρο πρώτα και κατόπιν το μπλέ. Η γυαλιστερή μαύρη ποδιά ήταν το κλασικό κομμάτι κάθε μαθητικής γκαρδαρόμπας. Το λευκό γιακαδάκι για το οποίο φρόντιζαν πολύ οι τυπικές μαμάδες να στράφτει πάντα, και το κολάριζαν σε κάθε πλύσιμο, ήταν το χαρακτηριστικότερο κομμάτι της μαθητικής πανοπλίας. Το γιακαδάκι, το πουλούσαν στην αγορά, ή κατά προτίμησή τους το έπλεκαν-δαντέλα ή το κεντούσαν οι μητέρες που ήθελαν να έχουν την υπογραφή τους στα σχολικά αντικείμενα των παιδιών τους. Οι πλισεδένιες ως συνήθως μαύρες ποδιές ραβόντουσαν στο σπίτι σύμφωνα με κάποιο μοντέλο που καθόριζε κάθε σχολείο ή πωλούνταν στην αγορά και οι γονείς πήγαιναν σε συστημένα μαγαζιά για να κάνουν τις αγορές τους. Κάποια σχολεία απαιτούσαν να ράβεται το έμβλημα της σχολής τους πάνω στην ποδιά-φόρμα. Κατά τις αρχές του ’70, μπροστά στις ποδιές, ραβόταν και μια επιπλέον μπροστελίτσα μαύρη κι αυτή, η οποία προστάτευε την κυρίως ποδιά από τυχόν λεκέδες. Τα κορίτσια είχαν μακρυές ποδιές και τα αγόρια λίγο πιο κοντές κι ενίσχυαν την ενδυμασία τους με τα σορστάκια που φορούσαν κατά την περίοδο της άνοιξης και τους πρώτους μήνες του καλοκαιριού. Ενώ τον χειμώνα φορούσαν παντελόνια φανελένια σε μπλέ-γκρίζο και μαύρο χρώμα. Και στα παπούτσια επίσης υπήρχε η υποχρέωση να είναι χωρίς τακούνι, σε χρώματα αυστηρά. Συνδυάζονταν με λευκές-μπλε και μαύρες κάλτσες.

Δεν επιτρεπόταν το μακρύ χυτό μαλλί
Τα μαλιά των κοριτσιών έπρεπε να είναι χτενισμένα και περιποιημένα. Δεν επιτρεπόταν το μακρύ χυτό μαλλί, ούτε στις τάξεις του δημοτικού. Αυστηρώς δε, απαγορευόταν η βαφή μαλλιού και το μακγιάζ! Κατά προτίμηση οι μητέρες έπλεκαν τα μαλλιά των κοριτσιών κοτσίδες ή τα δεναν αλογοουρά και τα στόλιζαν με φαρδιές λευκές και μπλε κορδέλες. Κάποιες φορές οι κορδέλες αυτές γινόταν αιτία περίγελου από τα αγόρια της τάξης που τις τραβοκοπούσαν, -στις μεγάλες κυρίως τάξεις του δημοτικού-. Στις τάξεις δε του γυμνασίου, τα πράγματα αγρίευαν περισσότερο. Στα ομογενειακά σχολεία συνηθιζόταν ο κανονισμός ενδυμασίας ο οποίος καθόριζε την σχολική πανοπλία. Αν φέρειπειν στο γυμνάσιο κάποια μαθήτρια φορούσε τίποτα έγχρωμο, κόκκινο, πράσινο, κ.α. χρώματα, παραβλέποντας τις παρατηρήσεις της επιμελήτριας του σχολείου και των εκπαιδευτικών, ήταν σίγουρο ότι θα λάμβανε πειθαρχική ποινή. Επίσης αν ερχόταν με μακρυά ή βαμμένα νύχια. Για τα μαλλιά δεν γινόταν λόγος φυσικά να είναι βαμμένα ή φτιαγμένα με πιστολάκι.
Διευθυντές σχολείων με ξυριστικές μηχανές!
Τα αγόρια δε, έπρεπε να είναι αυστηρώς ξυρισμένα. Αν δεν γυάλιζε το πρόσωπό τους, όφειλαν να φανούν στον πλησιέστερο μπαρμπέρη-κουρέα για να ξυριστούν. Το μαλλί, επίσης κι αυτό έπρεπε να είναι αυστηρώς περιποιημένο. Κάποιοι διευθυντές σχολείων, είχαν ακόμα και ξυριστική μηχανή για τις περιπτώσεις, ανυπάκουων και ατίθασων μαθητών τους. Τις ποδιές-φόρμες, από το δημοτικό στο γυμνάσιο-λύκειο, τις χώριζε το είδος και το σχέδιο του υφάσματος. Στο γυμνάσιο το γυαλιστερό μαύρο χρώμα εγκατέλειπε την θέση του σε γκαμπαρντίνα. Συνήθως ραβόταν φαρδιές και μακρυές φόρμες, σύμφωνα με τα πρότυπα της εποχής, για να φοριούνται μερικά χρόνια. Έτσι, τα παιδιά και οι νέοι κυκλοφορούσαν συνήθως με ένα δυο σάιζ μεγαλύτερες ποδιές. Κάποια κορίτσια του γυμνασίου μόλις έβγαιναν έξω από το σχολείο κόνταιναν τις φούστες τους, τυλίγοντάς τες από την μέση. Άφηναν και τα μαλλιά τους ελεύθερα αψηφώντας τις παρατηρήσεις των δακάλων-δασκαλισσών τους. Επ’ ουδενί γινόταν λόγος για τις ψηλές-ναϊλον κάλτσες που σήμερα είναι πλέον κι αυτές μέσα στην σχολική ενδυμασία. Oι ποδιές-φόρμες λερωνόταν και πάλιωναν εύκολα ως καθημερινή ενδυμασία. Και αν ακόμα μπορούσαν να φορεθούν την επόμενη -ή ακόμα και την μεθεπόμενη- σχολική χρονιά, γυάλιζαν στο σίδερο. Κορίτσια και αγόρια φορούσαν λευκά πουκάμισα κάτω από την φόρμα τους. Κοντομάνικα την άνοιξη και μακρυμάνικα τον χειμώνα.Τα αγόρια φορούσαν και σακάκι στο χρώμα του παντελονιού τους ως σύνολο, με γραβάτα μπλε ή μαύρη.
Ταγέρ ή φορεσιά για εκπαιδευτικούς
Η σχολική ενδυμασία δεν αφορούσε μονάχα τους μαθητές αλλά και τους εκπαιδευτικούς. Οι εκπαιδευτικοί ως δημόσιοι υπάλληλοι όφειλαν να έχουν ευρεπής εμφάνιση όπου αυτό σήμαινε: οι γυναίκες εκπαιδευτικοί να είναι λιτά περιποιημένες και σε κλασικό στιλ, με ταγιέρ ή με φόρεσιά ούτε πολύ κοντή αλλά ούτε πολύ μακρυά. Απαγορευόταν δε αυστηρώς το παντελόνι, το οποίο μετά το 2000 επιτράπηκε νομικά κι επίσημα. Φθάνοντας στις μέρες μας, είναι εφικτό να δει κανείς να δεσπόζει κάθε είδος παντελονιού, από κολάν μέχρι τζιν και στην σχολική μόδα των γυναικών εκπαιδευτικών. Οι δε άνδρες εκπαιδευτικοί οι οποίοι όφειλαν να φοράνε κοστούμι και γραβάτα, σήμερα κυκλοφορούν πολύ πιο άνετα, συνδυάζοντας την εμφάνισή τους ακόμα με μούσι ή με κότσο στα μαλλιά.
Καπέλα και γάντια είχαν επίσημο χαρακτήρα
Το καπέλο επίσης ήταν ένα σημαντικό συμπλήρωμα της σχολικής ενδυμασίας, το οποίο εμβληματικά φορούσαν οι μαθητές-μαθήτριες κάποιας εποχής, για την εκπροσώπηση του σχολειού τους. Το καπέλα και τα γάντια είχαν επίσημο χαρακτήρα κατά την δεκαετία αυτήν και αν συμπεριλαμβανόταν στον κανονισμό ενδυμασίας της σχολής, φοριόταν στην εκκλησία, σε παρελάσεις και σε επίσημους χώρους. Δεν ήταν δηλαδή κομμάτι της καθημερινής σχολικής στολής. Το καπέλο του Ζαππείου, τα χρόνια αυτά ήταν μπλε, έμοιαζε με αυτό των αεροσυνοδών και είχε ραμμένο πάνω του το έμβλημα Ζ. Συχνά οι Ζαππίδες το διακωμωδούσαμε μεταξύ μας, παρομοιάζοντας τον εαυτόν μας με αεροσυνοδούς της Ολυμπιακής Αεροπορείας που ακόμα ήταν στις δόξες της.
Έλεγχος καθαριότητας κάθε Δευτέρα
Κατά τη δεκατία του ’80 ιδίως στα δημοτικά σχολεία, κάθε Δευτέρα πρωϊ, γινόταν έλεγχος καθαριότητας. Όφειλαν οι μαθητές να έχουν τα νύχια τους, κομμένα καθαρά και περιποιημένα. Όλοι οι μαθητές- μαθήτριες ακουμπούσαμε τα καθαρά χέρια μας στα λευκά μαντηλάκια μας πάνω στο θρανίο. Τα λευκά αυτά μαντηλάκια ήταν επίσης απαραίτητο να υπάρχουν σε κάθε μαθητική τσέπη. Ο δάσκαλος της τάξης έλεγχε την καταλληλότητα των μαθητών από υγειονομικής πλευράς. Αν επεσήμαινε τίποτε στραβό στην όλη κατάσταση, παρέπεμπε το ζήτημα στον διευθυντή. Δεν ήταν αδιανόητο να συναντά κανείς μαθητές και μαθήτριες που αμέλησαν την περιποίηση νυχιών τους το Σαββατοκύριακο, να τρώνε τα νύχια τους τα πρωϊνά της Δευτέρας πριν τον συνηθιζόμενο αυτόν έλεγχο για να αποφύγουν τις αναμενόμενες επικρίσεις των δασκάλων τους. Τα πανωφόρια επίσης έπρεπε να είναι ταιριαχτά με την όλη εικόνα. Έτσι όταν άδειαζαν τα σχολεία κανείς έβλεπε ένα σύννεφο από μπλε και μαύρο χρώμα με τον τελευταίο ήχο του παραδοσιακού τότε κώδωνα ο οποίος δεν είχε και πολύ διαφορά από την καμπάνα. Στις μέρες μας σίγουρα ο ήχος του σχολικού κώδωνα άλλαξε από βροντόφωνη καμπάνα σε μελωδικό κάλεσμα. Αλλά το αίσθημα που δημιουργεί ο κώδωνας στην μαθητική ψυχολογία δεν μοιάζει να έχει αλλάξει και πολύ.

Μαύρος πίνακας με άσπρη κιμωλία
Ο μαύρος πίνακας είχε ταυτιστεί με την σχολική ζωή για πάρα πολλά χρόνια. Δεν υπήρχε ακόμα ο ηλεκτρονικός-έξυπνος πίνακας. Οι μαθητές έγραφαν στον εντοιχισμένο μαύρο πίνακα με την κλασική άσπρη κιμωλία. Υπήρχαν και οι έγχρωμες κιμωλίες για ιδιαίτερες περιπτώσεις. Αυτέςχρησιμοποιούνταν περισσότερο στις τάξεις του δημοτικού,ως διαχωριστικό χρώμα της ύλης που καταγραφόταν στον πίνακα. Όταν έσβηνε κανείς τον πίνακα έμενε μές στην σκόνη. Οι μαθητές με αλλεργικά συμπτώματα άρχιζαν το αδιάκοπο φτέρνισμά τους μέχρι να συνέρθουν. Συχνά οι μαύρες και μπλε φόρμες γινόταν κάτασπρες. Ο χώρος γύρω από τον πίνακα αλλά και την έδρα, ήταν χώρος επίδειξης για τους καλούς μαθητές της τάξης που με κάθε τρόπο αγωνιζόταν να έχουν τα πρωτεία. Οι δάσκαλοι ‘Σήκωναν τους μαθητές στον πίνακα!’. Αυτό σήμαινε την ‘εξεταστική’. Παρά το γεγονός ότι σήμερα έχουμε τους ηλεκτρονικούς-έξυπνους πίνακες στις τάξεις, η προτροπή ‘Σήκω στον πίνακα!’ έχει την ίδια έννοια για τους μαθητές. Οι κιμωλίες δε, αντικαταστάθηκαν με μαρκαδόρους. Στις μέρες μας πιαχρησιμοποιούνται και άλλα πολλά τεχνολογικά μέσα στην τάξη, όπως ο ηλεκτρονικός υπολογιστής, το διαδίκτυο, ο προζέκτορας. Ενώ οι χάρτες και οι εγκυκλοπαίδειες τείνουν σιγά σιγά προς κατάργηση.
Σβηστήρες στον λαιμό με σχοινάκι
Τα χαρτοπωλεία, τα οποία δεν συγκρίνονταν -σε αφθονία, σε είδη και ποιότητα εμπορεύματος-, με τα σημερινά αντίστοιχά τους, είχαν παρόλη την λιτότητά τους τα πρωτεία στην αποπνικτική ασπρό-μαυρη σχολική ζωή της εποχής αυτής. Η αγορά των σχολικών τετραδίων, με μέσεις, τα τεράστια μπλόκα εξετάσεων, τα τετράδια ζωγραφικής, οι βούρτσες, οι πένες για το μάθημα της «καλλιγραφίας», οι μπογιές, οι νερομπογιές, οι κερομπογιές, οι μαρκαδόροι, οι κυμωλίες, τα μολύβια, τα τεράδια βαψίματος, ο πυλός, τα πλαστικά φασολάκια και μπαστουνάκια για το μάθημα της αριθμητικής, ο άβακας, το μυρογνωμόνιο, ο διαβήτης, κάποια βιβλία γνωστών κλασικών, οι αντιαισθητικές σκουρόχρωμες σχολικές τσάντες, γενικώς όλα τα σύνεργα των μαθητών ανεξαιρέτως, εξασφαλίζονταν από τα χαρτοπωλεία αυτά τα οποία δέσποζαν σε κεντρικές οδούς. Σε πιο απόμερα στενά, υπήρχαν και τα χαρτοπωλεία-μικρομάγαζα, όπου πωλούσαν το λιγοστό τους εμπόρευμα από χαρτόσημα, ένσημα, φάκελα, μελάνες, μπλόκ κόλλας με ρίγα και χωρίς ρίγακ.λ.
Τα χρόνια της αυστηρής οικονομίας, όλα τα χαρτικά σχολικά είδη επιβαλλόταν να τελειώνουν μέχρι τέλους. Π.χ. οι γονείς είχαν την απαίτηση από τα παιδιά τους να βλέπουν την τελειωμένη μύτη των μολυβένιων μολυβιών, για να αγοράσουν τα καινούργια. Έτσι οι μαθητές γύριζαν με σχεδόν τελειωμένα μολύβια και σβηστήρες μιας βούκας. Κάποιοι μαθητές κρεμνούσαν τις σβηστήρες τους στο λαιμό τους με ένα σχοινάκι για να μην τις χάσουν. Αργότερα στα χρόνια της τεχνολογίας, το αυτοσχέδιο αυτό κολιέ,αντικαταστήθηκε από το φλασάκι του λαπτόπ.

Μπλε για ελληνικά βιβλία και κόκκινο για τουρκικά
Τα τετράδια είχαν χαρτονένιο εξώφυλλο. Χρειαζόταν απαραιτήτως κάλυμμα για την προφύλαξή τους. Τα ελληνικά τετράδια και βιβλία μας, τα ντύναμε με μπλε κάλυμμα και τα τουρκικά με κόκκινο. Κάποιοι δάσκαλοι είχαν την απαίτηση ακόμα και οι ετικέτες να είναι στο χρώμα της κόλλας του καλύμματος. Ήταν ολόκληρη διαδικασία να καλυφθούν τα τετράδια και τα βιβλία κάθε αρχή του σχολικού έτους... Σήμερα πια βρίσκει κανείς ειδών ειδών τετράδια στην αγορά με κάλυμμα αυθεντικό. Αν και υπάρχουν ακόμα παραδοσιακοί δάσκαλοι που έχουν απαιτήσεις ως προς το ντύσιμο των τετραδίων, γενικώς οι μαθητές είναι ελεύθεροι να επιλέγουν τα τετράδια τους σύμφωνα με την αρέσκειά τους. Ειδών ειδών έγχρωμα εξώφυλλα τετραδίων με θέα, με ήρωες κινούμενων σχεδίων, με καλλιτέχνες του κινηματογράφου, της ποπ μουσικής κ.α., στολίζουν τα θρανία των μαθητών. Και οι ετικέτες ή σπανίως υπάρχουν ή δεν υπάρχουν καθόλου στα τετράδια αυτά. -Ειδικά στις τελευταίες τάξεις του λυκείου, είναι μεγάλη υπόθεση ακόμα το αν οι μαθητές κρατάνε τετράδιο για το κάθε αντίστοιχο μάθημα!

Εφημερίδες μοίραζαν εγκυκλοπαίδειες
Τα λεξικά και οι εγκυκλοπαίδειες Λαρούς, ήταν από τα σύνεργα του μαθητή. Οι γονείς μας επένδυαν σε αυτά, αν είχαν παιδιά σχολικής ηλικίας, προτού ακόμα χρειαστούν. Δεν υπήρχαν οι υπολογιστές, ούτε και η βικι-παίδεια. Κι ως συνέπεια οι μαθητές όταν πρόκειτο να κάνουν τα καθηκοντά τους και τις εργασίες τους είχαν την πρόσβαση στις πολύτομες εγκυκλοπαίδειες. Με τα χονδρά εξώφυλλά τους και τον χρωματισμό τους, ελάμβαναν θέση στα ράφια των σύνθετων του σαλονιού, κοντά στα μπιμπελό, ή στις βιβλιοθήκες οι οποίες βρίσκονταν στα δωμάτια των παιδιών. Ένα φεγγάρι οι εφημερίδες έναντι κουπονιών, μοίρασαν εγκυκλοπαίδειες. Τον καιρό εκείνο δεν έμεινε αμόρφωτο σπίτι! Αργότερα με την εξέλιξη της τεχνολογίας και την εισβολή της στη σχολική ζωή κατήντησαν όλα άχρηστα και οι εγκυκλοπαίδειες και τα λεξικά. Τα ξεφορτωθήκαμε άρων-άρων. Έτσι, οι εγκυκλοπαίδειες βρέθηκαν στα σκουπίδια και στους κάδους ανακύκλωσης, ή στα καρότσια των παλιατζήδων.
Αθλητικά με σκούρα χρώματα
Τα αθλητικά παπούτσια και οι αθλητικές φόρμες ήταν επίσης σύνεργα της σχολικής ζωής για το αντίστοιχο μάθημα της γυμναστικής και όχι κομμάτια του κάζουαλ-καθημερινού ντυσίματος, όπως συνηθίζεται στις μέρες μας. Φτιάχνονταν σε σκούρα χρώματα κι αυτά. Ήταν άχαρα και σκοτεινά, δεν τα χαιρόσουνα σαν κομμάτια ρουχισμού αλλά όμως ήταν εύχρηστα. Οι τοπικές, εντόπιες μάρκες παπουτσιών αποτέλεσαν τον πρώτο μας αθλητικό εξοπλισμό. (Και ποιός από την γενεά μας δεν απέκτησε ένα ζευγάρι ΕΣΕΜ ΣΠΟΡΤ, ή ΕΡΝΤΑΛ.) Κατά τη δεκαετία του ’80 η αμερικανική αγορά στην περιοχή του Τοπχανά, γέμισε με τα εισαγόμενα αμερικάνικα προϊόντα και οι νέοι σαν τρελλοί μπήκαμε στη σειρά να αποκτήσουμε από ένα αθλητικό παπούτσι «cinkes», εξοικονομώντας λεφτά από το χαρτζιλίκι μας με πάρα πολλές θυσίες. Η αγορά στα αθλητικά είδη σήμερα έχει πια ασύγκριτα τεράστια εξέλιξη. Οι παπουτσοθήκες αλλά και οι γκαρδαρόμπες μας δεν κλείνουν από την ποικιλία ρουχισμού όσο και να τροφοδοτούμε με τα περιττά και διπλά, τριπλά μας ρούχα τους άπορους. Είναι γεγονός ότι τα χρόνια εκείνα μια τετραμελή οικογένεια χώραγε σε μια μόνο γκαρδαρόμπα,η οποία αποτελούσε κομμάτι συνόλου της κρεβατοκάμαρης της μαμάς, ενώ σήμερα δεν χωράμε σε μια, σε δυό, αλλάούτε και σε τρεις γκαρδαρόμπες.
Νέοι και νέες σε διαφορετικά σχολεία
Κατά τις δεκαετίες του ’80 κι ’90, οι νέοι και νέες που φοιτούσαν σε διαφορετικά σχολεία δεν έπαυαν να ασχολούνται ο ένας για τον άλλον. Όσο και να στεκόταν εμπόδιο ο σχολικός θεσμός, από ανάγκη φοίτησης σε αρρεναγωγεία και παρθεναγωγεία, -καθώς δεν υπήρχε και άλλη επιλογή για όσους επιθυμούσαν να φοιτήσουν στο ομογενειακό σχολείο-, τους ένωναν όμως τα κοινά παιδικά βιώματα, η ζωή στα νησιά και σε διάφορα παραθεριστήρια όπου συναντιόντουσαν, έφτιαχναν παρεϊτσες και συναναστρέφονταν. Είναι αξιοσημείωτο να αναφερθεί το γεγονός της ανεπίσημης συνάντησης των νέων μεταξύ τους κατά την έξοδό τους από το σχολείο. Οι Ζωγραφειώτες έκαναν το πέρασμά τους μπροστά από το Ζάππειο ανταλλάσσοντας χαιρετισμό αλλά και κουβέντα με τις Ζαππίδες οι οποίες πανέτοιμες και φρεσκαρισμένες ανέμεναν την συνάντηση αυτή. Κάτι παρόμοιο συνέβαινε και μεταξύ της μαθητιώσας νεολαίας της Μεγάλης του Γένους και του Ιωακειμείου. Χώροι συνάντησης των νέων, ήταν οι σύλλογοι όπου διοργάνωναν αραιά και που τα πάρτινεολαίας. Επίσης άλλοι χώροι συνάντησης των νέων ήταν, ο Όμιλος Θεάτρου, του Αθλητικού Συλλόγου Μπέηογλου και οΕρασιτεχνικός Θεατρικός Όμιλος του Φερίκιοϊ, (ΕΡΘΟ), με τις επιτυχείς δραστηριότητές του στον χώρο του θεάτρου.
Υποχρεωτική φοίτηση για παιδιά ομογένειας
Η υποχρεωτική φοίτηση για τα ομογενόπαιδα που συνέχιζαν σε ελληνικά σχολεία, ήταν έξι χρόνια, όπως και στην Ελλάδα, ενώ στα τουρκικά κρατικά σχολεία η δημοτική παίδευση ήταν πέντε χρόνια. Τα γυμνάσια και τα λύκεια διαρκούσαν τρία χρόνια. Τα κολέγια είχαν και τις προκαταρτικές τάξεις ανάλογα με το επίπεδο γλώσσας των μαθητών που προσλάμβαναν. Στις μέρες μας, σύμφωνα με το τουρκικόεκπαιδευτικό σύστημα, η υποχρεωτκή φοίτηση είναι τέσσερα χρόνια στο δημοτικό, τέσσερα χρόνια στο γυμνάσιο και τέσσερα χρόνια στο λύκειο. Κατά τα πρώτα χρόνια της εφαρμογής του συστήματος αυτού, ξάφνιαζε το γεγονός ότι οι μαθητές που τέλειωναν την τετάρτη τάξη και ξεκινούσαν στην πέμπτη θεωρούνταν πια γυμνασιόπαιδα. Ούτε από τους ίδιους τους μαθητές δεν συγχωνεύτηκε η κατάσταση τον πρώτο καιρό. Τα αγόρια της πέμπτης ήταν ακόμα μικρά και τα κορίτσια πιο μεγαλόσωμα μεν, αλλά με παιδιάστικη συμπεριφορά. Κουβαλούσαν στο σχολείο τα παιχνίδια και τις κούκλες τους.
Σήμερα στο νηπιαγωγείο προσετέθηκαν τάξεις προνηπιακής ηλικίας και η σχολική ζωή για τα νήπια ξεκινάει από τα τέσσερα. Επίσης έχει ιδρυθεί και ο Παιδικός Σταθμός στην Αγία Τράδα για την προνηπιακή ηλικία.
‘Αμοιβαιότητα’ με βάση Συνθήκη Λωζάνης
Τα μαθήματα και οι ώρες των ελληνόφωνων μαθημάτων των ομογενειακών σχολείων αλλά και ο θεσμός της διοίκησης των σχολείων μας από τους ομογενείς διευθυντές εξαρτιόταν από τις διακρατικές συμφωνίες μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Κατά διαστήματα η θεσμοθετημένη αμοιβαιότης υπέστη μικρές αλλαγές. Σήμερα όπου ίσως δημογραφικά φθάσαμε στον χαμηλότερο πληθυσμό παρουσίας μας ως ομογενείς σύμφωνα με τα ιστορικά δεδομένα της Πόλης, τα πράγματα από διοικητικής πλευράς κάπως έχουν βελτιωθεί. Οι διευθυντές μας νομικά απέκτησαν δικαιοδοσίες οι οποίες επενεργούν θετικά και υπέρ των σχολείων μας. Η βασικότερη όμως συνθήκη η οποία καθόριζε την τύχη των μειονοτήτων και της ελληνικής μειονότητας στην Τουρκία ήταν και είναι αυτή της Λωζάνης. Οπότε, κατά συνέπεια η εκπαίδευση των ομογενόπαιδων, τα μαθήματά τους, οι ώρες των ελληνικών μαθημάτων και άλλα θέματα που συνάδουν με την εκπαίδευση, στο σύμφωνο παρουσιάζονται ως ζητήματα «αμοιβαιότητας». Όσο και αν τα χρόνια για τα οποία γίνεται η αναφορά, απέχουν από την ημερομηνία ίδρυσης της Τουρκικής Δημοκρατίας, το ομογενειακό σχολείο και οι ομογενείς λειτουργούμε σύμφωνα με τα όρια «δικαιοδοσίας» μας κατά την Συνθήκη της Λωζάνης. Έτσι, ενώ στο πρόγραμμα των σχολείων μας, των ιδρυθέντων από τους μεγάλους ευεργέτες δεν υπήρχανακόμα τα τουρκόφωνα μαθήματα και κυρίως
το μάθημα της«τουρκικής γλώσσας», ή το «τούρκτσε», μετά την συνθήκη, έλαβαν χώρο μια σειρά τουρκόφωνων μαθημάτων, όπως το μάθημα της «ιστορίας», της «γεωγραφίας», της «πατριδογνωσίας» και άλλα βοηθητικού χαρακτήρος μαθήματα.
Αχίλλειος πτέρνα το μάθημα ελληνικών
Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι το μάθημα των «ελληνικών» ήταν, είναι και θα είναι η αχίλλειος πτέρνα των Ομογενειακών Σχολείων της Πόλης. Γι αυτό τον λόγο δεν παύουν ποτέ οι προβληματισμοί γύρω από το ζήτημα αυτό, το οποίο αποτελεί και ζήτημα «υπόστασης» των Ρωμιών.
Μάθαμε να γράφουμε και να διαβάζουμε Ελληνικά, από το Αλφαβητάριο του συμπολίτη μας ζωγράφου Κώστα Γραμματόπουλου, το οποίο πραγματοποίησε δεκαέξι συνεχόμενες εκδόσεις. (Tα σημερινά βιβλία Γλώσσας.) Οι ήρωες του, ο Μίμης, η Λόλα, η Άννα και η Έλλη έγιναν οι πρώτοι αγαπημένοι σχολικοί μας φίλοι και θα μας συντρόφευαν για πάντα.
Όταν το 1989 απονεμήθηκε το Βραβείο Νόμπελ της Λογοτεχνίας στον Οδυσσέα Ελύτη, στο σχολείο πανηγυρίσαμε. Καθ΄όλη την διάρκεια της σχολικής χρονιάς κάναμε ποίηση ερευνώντας και μελετώντας το έργο του μεγάλου δημιουργού.

Η ελληνομάθεια παρουσιάζει περιπλοκές
Η κατάσταση της ελληνομάθειας στα σχολεία σήμερα, παρουσιάζει περιπλοκές. Το ανομοιογενές κλίμα της τάξης και η πολυμορφία αναγκών του συνόλου των μαθητών, που αποτελείται από τα «ρωμιόπουλα», που γνωρίζουν στα μέτρα των δυνατοτήτων τους την ελληνική, γιατί οι γονείς τους είναι ελληνόφωνοι, τα «αραβόφωνα» της Αντιόχειας, τα «αλλόφωνα» από μεικτούς γάμους και τα «ελληνόπουλα», παιδιά μετακλητών συναδέλφων ή των προξενικών που φοιτούν στα ομογενειακά σχολεία - φέρνει τον ομογενή δάσκαλο σε αδιέξοδο. Ο παράγοντας της αραβόφωνης κοινότητας, ο οποίος συνυπάρχει με το ομογενειακό στοιχείο, ενδυναμώνει την πληθυσμιακή ύπαρξη των Ρωμιών, φέρει όμως νέους προβληματισμούς που επιδρούν στη γλώσσα. Η αραβόφωνη γενεά που αποτελεί σημαντικό πληθυσμιακό ποσοστό στα σχολειά, παρουσιάζει πολυμορφία ως προς τη γλώσσα που χρησιμοποιεί. Υπάρχουν τα αραβόφωνα παιδιά που φοιτούν στα ομογενειακά σχολεία μαθαίνοντας την ελληνική ως δεύτερη μετά την μητρική τους, την αραβική, η οποία δεν είναι βέβαια η λόγια αραβική γλώσσα και τα αραβόφωνα που έχουν ως μητρική τους την τουρκική. Σε κάθε περίπτωση η ελληνική, είναι η τρίτη γλώσσα των παιδιών αυτών, με την σωστή ορολογία, ‘η ξένη’. Η φθίνουσα πληθυσμιακή κατάσταση η οποία οδηγεί τους νέους σε μεικτούς γάμους, δημιουργεί άλλη εκδοχή του προβληματισμού επιδεινώνοντας το επίπεδο της «ελληνομάθειας». Τα «αλλόφωνα» παιδιά των μεικτών γάμων, ως αρνητικός παράγοντας, προβληματίζουν όλο και περισσότερο, διότι χρησιμοποιούν ως πρώτη γλώσσα την τουρκική. Αν κρίνουμε από το γεγονός ότι η αραβική γλώσσα ανήκει στη χαμιτοσημιτική γλωσσική οικογένεια, η τουρκική στην ουραλοαλταϊκή και η ελληνική στην ινδοευρωπαϊκή καταλήγουμε στο πόσο δύσκολη είναι η εκμάθηση της ελληνικής ως ξένης γλώσσας μετά από την αραβική ή τουρκική μητρική και το πόσο σοβαρός προγραμματισμός χρειάζεται να καλύψει την εκμάθηση της ελληνικής υπό αυτές τις συνθήκες σε έναν πληθυσμό που εμπειρικά βρίσκει διεξόδους επιβίωσης και γλωσσικής ύπαρξης. Τα βιβλία διδασκαλίας είναι κοινά, δηλ. διδάσκονται την ελληνική από τα ίδια βιβλία οι ομογενείς, οι αραβόφωνοι και αλλόφωνοι και στις ίδιες τάξεις, τις ίδιες ώρες, από εκπαιδευτικούς πολίτες και μετακλητούς που δεν είναι εξειδικευμένοι στη διδασκαλία αυτού του είδους. Οι προσπάθειες συγγραφής βιβλίων, προσαρμοσμένων στις ανάγκες των μαθητών της Πόλης, παραμένουν άκαρπες λόγω του ότι δεν εγκρίθηκαν ποτέ τα βιβλία αυτά. Ενώ τα σχόλια που γινόταν σχετικά με την ελληνομάθεια των ομογενών κατά τη δεκαετία του ’80, είχαν χαρακτήρα - κριτικής ως προς την ποιότητα -λεξιπενία, γλωσσορύπανση κ.τ.λ.-, σήμερα έχουν χαρακτήρα κριτικής, ως προς την δομή της γλώσσας -σωστή σύνταξη και σωστή χρήση της γραμματικής-. Το γεγονός ότι «οι αραβόφωνοι μαθητές» ούτε σωστή χρήση της τουρκικής κάνουν, ούτε της αραβικής, δηλ. κάποιας γλώσσας σωστά διατυπωμένης δυσκολεύει τα πράγματα. Οι μαθητές σήμερα μιλούν και χρειάζονται την ελληνική μόνο την ώρα του μαθήματος στην επικοινωνία τους με το δάσκαλο. -Να αναφερθεί στο σημείο αυτό, ότι οι ώρες του μαθήματος των ελληνικών στις πρώτες τρεις τάξεις του δημοτικού είναι 10, στην 4η και 5η είναι 6 και στο γυμνάσιο, 5 ώρες την εβδομάδα.- Δεν υπάρχει κανένα άλλο επικοινωνιακό πεδίο που εξαναγκάζει τον μαθητή να ομιλεί ελληνικά. Αυτά για την πλειοψηφία των μαθητών. Σαφώς υπήρξαν και υπάρχουν περιπτώσεις αξιόλογων παιδιών, που με τις προσπάθειές τους και με την επιτυχία στη διαδικασία της εκμάθησης, ανταποκρίθηκαν και έμαθαν την ελληνική. Αυτές όμως είναι εξαιρέσεις που συναντώνται σε κάθε τομέα. (Απόσπασμα, από την εισήγησή μου στο Συνέδριο με θέμα: Διδακτική της Ελληνικής Γλώσσας ως Δεύτερης και Ξένης, νέες τάσεις, στο Α.Π.Θ., τον Απρίλιο του 2005).
Τα τούρκικα τα μάθαμε από την σειρά Τζιν Αλί- Cin Ali το οποίο χρησιμοποιήθηκε στα σχολειά μας ως εγχειρίδιο.

Ο ‘όρκος’ κάθε πρωί μέχρι το 2015
Το τουρκόφωνο μάθημα «της ιστορίας», υπό το πρίσμα της κοινής ιστορίας μας με τους Τούρκους, αποτελούσεσυγχρόνως το μάθημα της δυσυπόστατης παρουσίας μας στην χώρα όπου γεννηθήκαμε. Ως τούρκοι πολίτες και ρωμιοί ταυτόχρονα, γαλουχηθήκαμε με ό,τι χρειάζεται για να αναπτύξουμε την α-πολιτική μας ταυτότητα από μικρά παιδιά στα πρώτα θρανία, στα πρώτα γράμματα.
Κάθε Δευτέρα πρωϊ και κάθε Παρασκευή απόγευμα, όλο το σχολείο, μαθητές και δάσκαλοι μαζί, λέγαμε τον Εθνικό Ύμνο. Διεύνθυνε τον ύμνο ο διευθυντής-η διευθύντρια του σχολείου και στην απουσία τους, ο υποδιευθυντής. Δυο σημαιοφόροι κρατούσαν την σημαία. Στις μέρες της τεχνολογίας, σήμερα, τον ύμνο τον ακούμε από το CD-σιντί. Έως πριν μερικά χρόνια κάθε πρωϊ επίσης, πριν το πρώτο μάθημα, λέγαμε τον γνωστό «όρκο» με τους στίχους ‘Είμαι Τούρκος, ορθός, εργατικός!…’ και είχε καθιερωθεί να αποστηθίζεται από τους μαθητές. Συνήθως ένας μαθητής-ή μαθήτρια, λάμβανε θέση στο βήμα κι έλεγε τον κάθε στίχο του όρκου και οι υπόλοιποι όλοι τον επαναλάμβαναν. Τα κρύα πρωϊνά του χειμώνα στους παγωμένους ακόμα σχολικούς χώρους, κρυώναμε περισσότερο κατά την τελετουργία αυτή. Στο τέλος με μια χαρακτηριστική σβελτάδα λάμβανε καθείς τη θέση του. Οι δάσκαλοι στην έδρα και οι μαθητές στα θρανία τους... Ο όρκος συνεχίστηκε για πάρα πολλά χρόνια και οι τούρκοι εκπαιδευτικοί έδωσαν μεγάλη σημασία στην σωστή και καλή εμπεδοσή του. Το 2015 κατά την περίοδο του καθεστώτος Ερντογάν, έπαυσε να είναι πια υποχρεωτικός.
Εφιάλτης το εμβόλιο
Το εμβόλιο, ήταν ο εφιάλτης των μαθητών-μαθητριών, ειδικά στο δημοτικό. Το εμβόλιο έκαναν ή ο-η ιατρός του σχολείου, ή οι ιατροί των υγειονομικών κέντρων, οι οποίοι έρχονταν στα σχολεία για τον σκοπό αυτό. Συνήθως οι μαθητές έμπαιναν σε μια σειρά μπρος στην πόρτα του ιατρείου.Τα μικρά, με κλάματα και αναφιλητά, δέχονταν να εμβολιαστούν τελικά, μην έχοντας άλλη επιλογή. Το καλό στην όλη υπόθεση ήταν ότι μετά το εμβόλιο πάντα ακολουθούσε μια μέρα παύσης για τις τυχόν συνέπειες, πυρετού και κρούσματα ασθενειών. Υπήρχαν και οι θαρραλέοι μαθητές που το διασκέδαζαν, μπαίνοντας πρόθυμοι στη σειρά του εμβολίου πάντα ‘πρώτοι’ για επίδειξη!
Κατά την δεκαετία του ’80 στο πρόγραμμα σπουδών υπήρχαν και κάποια μαθήματα όπως η «Οικειακή Οικονομία», η «Καλλιγραφία», η «Ιστορία της Τέχνης» και η «Υγιεινή». Ήταν τα κατ’επιλογήν μαθήματα και διδάσκονταν συνήθως στα παρθεναγωγεία. Στα αρρεναγωγεία στη θέση των μαθημάτων αυτών υπήρχαν κάποια άλλα. Τα μαθήματα αυτά έχουν εκλείψει στις μέρες μας από το πρόγραμμα μαθημάτων, εγκαταλείποντας την θέση τους σε άλλα πρακτικής φύσεως μαθήματα, όπως ‘το τράφικ’, ‘τηντεχνολογία’ κ.α. Για να μην αυξάνονται οι ώρες των τουρκικών μαθημάτων εις βάρος της ‘ελληνικής γλώσσας’, οι ώρες αυτές καλύπτονταν από τους καθηγητές των ελλονόφωνων μαθημάτων και συνήθως των φιλολόγων. Η διδασκαλία των μαθημάτων γινόταν στην ελληνική, αλλά υπήρχαν οι σημειώσεις του μαθήματος στην τουρκική γλώσσα κι εξεταζόμασταν βάσει αυτών των σημειώσεων. Σε κάποια από αυτά τα μαθήματα, ανάλογα με την ευελιξία που παρείχαν το μάθημα και ο διδάσκων-η διδάσκουσα, ακόμα και η εξεταστική ύλη ήταν στην «ελληνική».
Στην «οικιακή οικονομία», οι έφηβες μαθαίναμε πώς να λειτουργούμε ως νοικοκυρές στο σπίτι. Πώς να περιποιόμαστε το σπίτι μας; Δηλ. θέματα της καθαριότητας, της οικονομίας, της μαγειρικής, της ραπτικής. Ακόμα πώς να βάφουμε γυάλες, να φτιάχνουμε γλάστρες από μακραμέ, να κεντάμε και να πλέκουμε. Να φτιάχνουμε παραδοσιακά εδέσματα, όπως π.χ. μελομακάρονα και τσουρέκια.
Η «καλλιγραφία» ήταν ένα μάθημα της παλαιάς σχολής που κατά διαστήματα θυμότανε οι ιθύνοντες να εντάξουν στο πρόγραμμα διδασκαλίας. Χρειαζόταν ιδιαίτερα σύνεργα τα οποία άρεσαν στα παιδιά. Όπως, πένες, μελάνες, μύτες ειδικές, στουπόχαρτα και τετράδιο καλλιγραφίας. Στο μάθημα γινόταν η εξάσκηση της καλής γραφής. Έργα καλογραμμένα σε έγχρωμα χαρτόνια με ρητά των αρχαίων από τα χέρια των καλλιγράφων της τάξης, στόλιζαν τον τοίχο της τάξης, το τέλος της κάθε σχολικής χρονιάς.
Στην «ιστορία τέχνης», μαθαίναμε την σχέση της ιστορίας με τις τέχνες και κυρίως με την αρχιτεκτονική. Και καθώς η Κωνσταντινούπολη ήταν αυτή από μόνη της η ‘ιστορία μας’, είχαμε να μάθουμε πολλά και ενδιαφέροντα πράγματα.
Η «υγιεινή» διδασκόταν από τον-την ιατρό του κάθε σχολείου. Μαθαίναμε πολλά και διάφορα περί υγείας. Για τα κορίτσια ήταν το μάθημα όπου διδαχθήκαμε τις πρώτες επιστημονικές γνώσεις σχετικά με τον παρθενικό υμένα που τα χρόνια εκείνα αποτελούσε υπόθεση ‘ταμπού’. Κοκκινίζαμε και κρυφογελούσαμε κάθε που αναφερότανε ο όρος‘παρθενικός υμένας’. \

Οι πρώτοι πλατωνικοί έρωτες
Οι πρώτοι πλατωνικοί έρωτες την εποχή αυτή δημιουργήθηκαν μεταξύ των pen-friend, με αυτούς που αλληλογραφούσαμε στην αγγλική γλώσσα. Ήταν μαθητές του εξωτερικού που κατείχαν την αγγλική και οι δάσκαλοί μας, μας προέτρεπαν στην αλληλογραφία για να καλλιεργήσουμε τα αγγλικά μας. Οι συντηρητικοί μαθητές-μαθήτριες επέλεγαν φίλους του ίδιου φύλου, οι δε υπερσύγχρονοι του αντίθετου. Ο άγνωστος παραλήπτης δημιουργούσε στην φαντασία μας θαύματα και μας ομόρφαινε τον κόσμο, -χωρίς να καταλάβουμε καλά καλά το γιατί;-
Η βαθμολογία- η αξιολόγηση, κατά τις δεκαετίες του ’70 και’98 γινόταν βάσει του ‘πέντε’ στο δημοτικό, και ‘βάσει’ τουδέκα στο γυμνάσιο-λύκειο. Στο γυμνάσιο και το λύκειο οι μαθητές που κατάφερναν να έχουν υψηλό μέσο όρο, βραβεύονταν με ‘ευχαριστήρια’. Οι μαθητές-μαθήτριες πουείχαν μέσο όρο άνω του 85 ήταν ‘οι αριστούχοι’. Με το -δύο-περνούσες την τάξη, σε κάθε περίπτωση. Αν κάποιος μαθητής έπαιρνε κάτω από το δύο έμενε μετεξεταστέος, πράγμα που σήμαινε ότι θα παρακολουθήσει κάποια μαθήματα φροντιστηριακά τις ακόλουθες μέρες του καλοκαιριού. -Έως δεκαπέντε με είκοσι μέρες-. Ενώ οι προβιβάσιμοι μαθητές θα μπαίνουν στη θάλασσα και θα χαίρονται τις ατέλειωτες θερινές μέρες του καλοκαιριού...Οι μετεξεταστέοι μια εποχή εξετάστηκαν απευθείας τις πρώτες μέρες του Σεπτέμβρη. Την δεκαετία του ’80 υπήρξε η εφαρμογή του ‘ενός μαθήματος’ κατά την οποία περνούσε ο μαθητής με την συγκατάθεση του κηδεμόνα του και την έγκριση του καθηγητικού συλλόγου. Η περίπτωση αυτή των μαθητών, περνούσε στα κατάστιχα του κάθε μαθητή αλλά και στον έλεγχό του. Οι μη προβιβάσιμοι μαθητές «Έμεναν στην τάξη!». Αν κατά δυο σχολικές χρονιές συνεχόμενες έμενε κάποιος στην τάξη, έχανε την ευκαιρία συνέχισης των σπουδών του στο ίδιο σχολείο.
Πόσους διετείς είχαμε στην τάξη μας, στο γυμνάσιο!
Ιδίως τα αγόρια ήταν αναγνωρίσιμα από τα γένια και την χοντρή φωνή τους.- Ποιό από όλα ήταν ωφελιμότερο; Συγκρίνοντας με τα σημερινά δεδομένα, ίσως όλες αυτές οι φόρμουλες ωθούσαν τους μαθητές στην επιτυχία ή τουλάχιστον σε μια πιο ουσιώδη μόρφωση η οποία στόχευε στην ‘γενική παιδεία’ σύμφωνα με τα εκπαιδευτικά πρότυπα της εποχής. Στις μέρες μας η πρωτοβάθμια φοίτηση και το λύκειο ως βαθμίδες της εκπαίδευσης, αποτελούν την αλυσίδα της υποχρεωτικής φοίτησης και οι μαθητές ωθούνται από το παρών εκπαιδευτικό σύστημα ναπροβιβαστούν. Διότι στις τάξεις του λυκείου είναι προβιβάσιμος ο μαθητής με μέσο όρο όλων των μαθημάτων του, -δηλ.το δυο-. Σε περίπτωση που υπάρξει μαθητής, «α-προβίβαστος», όσο και αν αυτό τυχαίνει σπανίως, ο μαθητής εξετάζεται από το μάθημα που ο ίδιος επιλέγει. Αν περάσει στην εξεταστική από αυτό το μάθημα, συνεχίζει τις σπουδές του. Η όλη η κατάσταση εξυπηρετεί το σύστημα εξολοκλήρου και κατά την συνέχιση των σπουδών στην ανώτερη εκπαίδευση, στα πανεπιστήμια: Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, επαυξάνονται μέρα με την ημέρα, κι έχουν ανάγκη από μαθητές για να λειτουργήσουν. Οι δε χιλιάδες μαθητές, που αποφοιτούν από τα λύκεια, και μπαίνουν στις εισαγωγικές, ελπίζουν για ένα καλύτερο μέλλον.
Όμιλοι σε κάθε σχολείο
Οι εκπαιδευτικοί όμιλοι ήταν οι μαθητικοί όμιλοι που απαρτιζόταν από μαθητές κάθε τάξης. Οι μαθητές κάθε αρχή της σχολικής χρονιάς επέλεγαν σε ποιόν όμιλο θέλουν να δραστηριοποιηθούν. Oι συνηθέστεροι όμιλοι ήταν ο Όμιλος της βιβλιοθήκης, ο Όμιλος της Λογοτεχνίας και του Πολιτισμού, ο Όμιλος της Ερυθράς Ημισελήνου, ο Θεατρικός Όμιλος, ο Όμιλος Τουρισμού, ο Όμιλος Περιήγησης, ο Όμιλος της Συγκοινωνίας, ο Όμιλος της Υγείας. Σε εκσυγχρονισμένα-μοντέρνα σχολεία υπήρχαν και άλλοι όμιλοι, όπως ο Όμιλος του Σκακιού, της Φωτογραφίας, Ρομποτικής κ.α. Κάποιοι όμιλοι, είχαν περισσότερο εικονική παρουσία και διοργάνωναν μαθητικές δραστηριότητες μονάχα σε επετειακές εκδηλώσεις τις οποίες παρακολουθούσαν όλοι οι μαθητές του σχολείου. Κάποιοι όμως, όπως ο Θεατρικός Όμιλος, ο Όμιλος της Λογοτεχνίας και του Πολιτισμού, είχαν την ιδιαιτερότητα να φορτώνονται το βάρος των δραστηριοτήτων της σχολής καθ’όλη την σχολική σεζόν. Συνήθως την λειτουργία των ομίλων αυτών αναλάμβαναν οι φιλόλογοι. Σε σχολεία όπου δόθηκε η πρέπουσα σημασία στον ρόλο των ομίλων, οι όμιλοι συνέβαλαν άριστα στην κοινωνικοποίηση των μαθητών και βοήθησαν στην ανακάλυψη και καλλιέργεια των ταλέντωντους. Σε σχολεία όμως, όπου οι όμιλοι λειτούργησαν εικονικά -πάνω στα χαρτιά, οι μαθητές-μέλη των ομίλων,μετά από μερικούς μήνες ξεχνούσαν ακόμα το ‘σε ποιόνόμιλο ανήκανε’.
Ο Θεατρικός Όμιλος ακόμη συνεχίζει
Ο Θεατρικός Όμιλος κάθε τέλος του σχολικού έτουςπαρουσίαζε κι ένα θεατρικό δρώμενο το οποίο προβάλλονταν στην συνέχεια και σε κάποιους από τους συλλόγους. Τα σχολεία με θεατρική παράδοση συνεχίζουν την θεατρική παιδεία ως αναπόσπαστο κομμάτι της εκπαίδευσης και στις μέρες μας. Οι μαθητές του Ομίλου της Λογοτεχνίας και του Πολιτισμού, επίσης ήταν τα ενεργά στελέχη των σχολικών τελετών -ουκ ολίγων- κατά την διάρκεια της σχολικής χρονιάς. Οι μαθητές αυτοί καλλιεργούνταν στην απαγγελία ποιήματος, στην καλή ανάγνωση, και σε άλλες δραστηριότητες που είχαν σχέση με τα πολιτιστικά δρώμενα. Κατά την απαγγελία ποιήματος και ιδιαίτερα σε ποιήματα που τόνωναν την εθνική συνείδηση υπήρχε η συνήθεια ‘να ξεφωνίζουν’. Σε αυτού του τύπου εμπέδωση τους έτειναν καιοι δάσκαλοι. Κατά συνέπεια όσοι ξεφώνιζαν πολύθεωρούνταν οι καλοί ερμηνευτές και είχαν τα πρωτεία στους σχολικούς διαγωνισμούς που αφορούσαν ‘στην απαγγελία ποιήματος’.
Ο Όμιλος Περιήγησης ήταν από τους αγαπητούς όμιλους των μαθητών που αγαπούσαν την εξωσχολική ζωή της περιήγησης. Έδινε την ευκαιρία στους μαθητές να ξεσχολάνε και να πηγαίνουν σε μουσεία, σε εκθέσεις, σε παλάτια, να γνωρίζουν αξιοθέατα, τόπους και χώρους που επιθυμούσαν. Η απομάκρυνση από τα όρια του σχολικού κτιρίου αποτελούσε για τους μαθητές μια διέξοδο εκτόνωσης από τις υποχρεώσεις της σχολικής ζωής καθώςβάραινε τις παιδικές και νεανικές ψυχές. Σήμερα για το σύγχρονο σχολείο, ακόμα και το ταξίδι στο εξωτερικό είναι εφικτό. Δεν είναι υπερβολή να προστεθεί ότι κάποια σχολεία-κολέγια, συμπεριλαμβάνουν στο πρόγραμμα εκδρομών τους και τα χειμερινά σπορ, όπως π.χ. το σκι και την σανίδα, σε χειμερινούς τόπους.
Αγαπημένο σχολικός χώρος η καντίνα
Το κυλικείο ή η καντίνα ήταν από τους αγαπημένους σχολικούς χώρους όπου οι μαθητές, τα διαλείμματα κατέφευγαν να αγοράσουν τις διάφορες ανάγκες τους. Τα τετράδια, τα μολύβια, αλλά και τα πισκότα, οι μπουγάτσες, τα τοστ, οι γκοφρέτες, τα αναψυκτικά, ήταν είδη που συναντούσε κανείς στα κυλικεία. Στα κυλικεία κάποιων σχολείων πωλούνταν, ακόμα και μπλουζάκια με το έμβλημα του σχολείου στο οποίο φοιτούσαν οι μαθητές ή μέχρι και κάλτσες για να αγοράσουν -εν ώρα ανάγκης-. Σε κάποια σχολεία το κυλικείο το διαχειριζόταν ο φύλακας-θυρωρός του σχολείου. Σε κάποια σχολεία λειτουργούσε υπό τον έλεγχο του Ομίλου της Καντίνας. Στις μέρες μας, τα κολέγια, συνήθως νοικιάζουν τα κυλικεία τους σε επαγγελματίες διαχειριστές. Στα ομογενειακά σχολεία, η καντίνα είναι στην επιμέλεια και τον έλεγχο των μαμάδων του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων. Συχνά γίνονται συζητήσεις -έως και καβγάδες- για το είδος τροφίμων που πωλείται στις καντίνες, αν είναι υγιής ή όχι...
Κάποιοι έρχονταν στο σχολείο μόνο για τα διαλείμματα
Τα διαλείμματα ήταν ανέκαθεν η χαρά των μαθητών. Κάποιοι μαθητές κρυφοκοίταζαν κατά τη διάρκεια του μαθήματος συνέχεια την ώρα τους ή ρωτούσαν ο ένας τον άλλον ‘πότε θα σημάνει ο κώδων’. - Αυτοί συνήθως ήταν οι τεμπέληδες μαθητές-, οι οποίοι θεωρούσαν την ώρα του μαθήματος μαρτύριο. Έδιναν την εντύπωση ότι έρχονται στο σχολείο μονάχα για τα διαλείμματα. Για να παίζουν διάφορα παιχνίδια και να τρέχουν πίσω από την μπάλα. Υπήρχαν τα μικρά και μεγάλα διαλείμματα. Στα μικρά, τα οποία διαρκούσαν το πολύ πέντε λεπτά, οι μαθητές έκαναν την ετοιμασία τους από μάθημα σε μάθημα. Στα μεγάλα διαλείμματα, οι μαθητές έβγαιναν στην αυλή του σχολείου, ή στον κήπο, ή πήγαιναν στο γυμναστήριο όπου εκεί έπαιζαν διάφορα παιχνίδια μπάλας. Επίσης στα μεγάλα διαλείμματα άνοιγε το κυλικείο από το οποίο τροφοδοτούνταν οι μαθητές κάποιες ανάγκες τους. Κάποιοι μαθητές έτρωγαν το κολατσιό που τους ετοίμαζε η μαμά από το σπίτι. Ένα φρούτο, ή γάλα, ή σάντουιτς. Επίσης ένα μεγαλύτερο διάλειμμα ήταν αυτό του μεσημβρινού, το οποίο κρατούσε παραπάνω από μισή ώρα. Πολλά παιδιά χάριν του παιχνιδιού θυσίαζαν το φαγητό τους. Δεν έτρωγαν καθόλου, ή έτρωγαν μερικές πιρουνιές και το παρατούσαν. Για τους σχολαστικά μελετηρούς μαθητές το μεγάλο διάλειμμα ήταν ώρα μελέτης και προετοιμασίας για το επόμενο μάθημα.

Ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος της τάξης.
Οι μαθητές και μαθήτριες με περισσότερη υπευθυνότητα, -συνήθως αυτοί ήταν και οι καλοί μαθητές της τάξης-, αναλάμβαναν ηγετικό ρόλο. Στην ουσία ο πρόεδρος ή ο αντιπρόεδρος της τάξης, επωμιζόταν το βάρος των τυπικών υποχρεώσεων της τάξης. Αλλά ο ιδιαίτερος αυτός ρόλος από μόνος του καταξίωνε τους μαθητές που τον επεδίωκαν. Κάποιες φορές όταν υπήρχε ανταγωνισμός για τον ρόλο και την θέση του προέδρου στην τάξη, επενέβαινε και ο δάσκαλος δηλώνοντας την προτίμησή του. Στις μέρες μας, ο-η πρόεδρος, εκλέγονται από τους μαθητές της τάξης.
Το πειθαρχικό συμβούλειο, κατά τις δεκαετίες του ’70 και ’80,ήταν ο εφιάλτης της σχολικής ζωής. Η πειθαρχική ποινή στιγμάτιζε τον έλεγχο, το πτυχίο αλλά και τον προσωπικό φάκελο του μαθητή, και ήταν ‘η ντροπή’ των μαθητών . Γι αυτό οι μαθητές ότι έκαναν έκαναν, φρόντιζαν οι απρέπειές τους να μη φθάσουν στο συμβούλειο αυτό. Οι διευθυντές και ορισμένοι δάσκαλοι στελέχωναν το συμβούλειο στο οποίο εκπροσωπούσε κι ένας μαθητής, την μαθητική κοινότητα. Προτού ένα επεισόδιο φθάσει στο πειθαρχικό, ο ένοχος μαθητής λάμβανε ‘προειδοποίηση’. Σε σχολεία όπου υπήρχαν επιμελητές-επιμελήτριες, αυτοί συνεργάζονταν επίσης με τα μέλη του συμβουλείου για τα επεισόδια που προέκυπταν. Οι α-ταξίες στο ζήτημα της ενδυμασίας και της «αντιγραφής-κόπιας» κατά την ώρα του διαγωνίσματος αποτελούσαν εκ φύσεως θέματα πειθαρχικού. Η απεγνωσμένη προσπάθεια αντιγραφής με το βιβλίο στα γόνατα και τα σκονάκια κρυμμένα στα μανίκια, τα κορίτσια που γραφαν με στυλό BIC πάνω στα μπούτια τους και κάλυπταν με τις μπλε φόρμες τους, είναι εικόνες διαχρονικές συνυφασμένες με την σχολική ζωή.
Τα χρόνια αυτά, δε γινόταν φυσικά λόγος για την τσίχλα, τα πίρσιγκ, τα τατού τα οποία στις μέρες μας πια έχουν μπει στην σχολική μόδα, ακόμα και στα πολύ αυστηρά σχολεία. Τα μπιζού, όπως, τα δακτυλίδια, τα σκουλαρίκια, τα βραχιολάκια, κ.λ. ήταν κι αυτά αυστηρώς απαγορευμένα. Τα κινητά τηλέφωνα ήδη δεν υπήρχαν, -ευτυχώς!-... Κάθε είδους χρήση των προαναφερομένων αποτελούσε θέμα πειθαρχικού.

Άγραφος νόμος το ξύλο
Οι τιμωρίες, ήταν ειδών ειδών. Η ποικιλία αυτή άλλαζε ανάλογα με το σχολείο. Το διώξιμο από την τάξη για αυτούς που φλιαρούσαν, το ‘μηδέν’ στο βαθμολόγιο για όσους δεν μελετούσαν, η ορθοστασία σε μια γωνιά της τάξης, οι επανειλημμένες αντιγραφές μιας πρότασης σε στιλ «γράψτε 100 φορές: Θα μελετώ το μάθημά μου», με σκοπό την καλλιέργεια του λάθους ό,τι ήταν αυτό, αποτελούσαν τις συχνότερες τιμωρίες που παίρναμε.
Τις δεκαετίες αυτές, το ‘ξύλο’ ως άγραφος νόμος, είχε την θέση και τον ρόλο του ακόμα στην σχολική πειθαρχία. Λειτουργούσε στην τάξη η βέργα για τα παιδιά τα οποία θεωρούνταν ανυπάκουα. (Δεν ήταν απαραιτήτως βίτσα από μουριά.) Ιδίως στα αρρεναγωγεία, το ‘ξύλο’ αποτελούσε το μέσω πρώτης βοήθειας στην τιθάσευση και χειραγώγηση των μαθητών. Θα έχουν να θυμούνται τα αγόρια κυρίως, πόσες φορές το χέρι κάποιου καθηγητή να τους σηκώνει από την φαβορίτα ή να τους τραβοκοπάει τα αυτιά, ή να τους ρίχνει μια δυνατή σφαλιάρα ‘από εκεί που δεν το περιμένουν’.
Στις μέρες μας ‘το ξύλο’ χαρακτηρίζεται δικαίως ως μέσω σχολικής βίας και οι εκπαιδευτοί που δέρνουν τα παιδιά οφείλουν να απολογηθούν μπροστά στον νόμο. Αυξάνονται μέρα με την ημέρα οι γονείς, των οποίων τα παιδιά έχουν υποστεί βία και δραστηριοποιούνται ποικιλοτρόπως συνεργαζόμενοι ακόμα και με τα μίντια για να εκθέσουν το σχολείο αλλά και τον δάσκαλο που υποτίθεται πως έπραξε εις βάρος του παιδιού τους. Γενικώς η συμπεριφορά των γονέων της νέας γενεάς είναι εντελώς αντίθετη με αυτήν των γονέων της παλιάς εποχής, οι οποίοι καθώς εμπιστεύονταν την καλλιέργεια αλλά και την ανατροφή των παιδιών τους στο σχολείο, παρέδιδαν τα ινία στον δάσκαλο.
Οι αυστηροί σχολικοί κανονισμοί μαλάκωσαν σήμερα
Σήμερα οι γραμματιζούμενοι γονείς παρακολουθούν με προσοχή την σχολική εξέλιξη των παιδιών τους καισυμμετέχουν με κάθε δυνατότητα κι ευκαιρία στο έργο τηςεκπαίδευσης. Δημιουργούν οικίες και φιλικές σχέσεις με τους δασκάλους ώστε να διευκολύνουν την έμμεση λειτουργία και επιρροή τους στα σχολικά θέματα έχοντας ‘απαιτήσεις’. Γεγονός που κάποιες φορές έχει αρνητικές επιπτώσεις εις βάρος του σχολείου, καθώς κάποιοι γονείς κινούνται απερίσκεπτα και υποκειμενικά εκμεταλλευόμενοι την επιείκια που τους προσφέρεται. Ως τελική και γενική εκτίμηση μπορούμε να αποδεχθούμε ότι κατά την πάροδο των χρόνων οι αυστηροί σχολικοί κανονισμοί μαλάκωσαν και οι μαθητές σήμερα βιώνουν παιδαγωγικά ένα πιο οικείο και χαρούμενο σχολικό κλίμα σε σύγκριση με τα παλιά. Η κατάσταση αυτή όμως δίνει αφορμή για μεγάλες συζητήσεις γύρω από το εκπαιδευτικό σύστημα εν σχέση με την ποιότητα της παιδείας και του εκπαιδευόμενου μαθητή.
Ο Σύλλογος Γονέων και Κηδεμόνων, στα σχολεία μας είναι η σχολική μονάδα την οποία αποτελούν οι μητέρες που εκλέγονται από τους υπόλοιπους γονείς κατά τις εκλογές που καθιερώνονται κάθε αρχή της σχολικής χρονιάς. Στον σύλλογο αυτό οι μητέρες δραστηριοποιούνται για να συμβάλλουν θετικά και δυναμικά στο εκπαιδευτικό έργο. Αν και ο Σύλλογος Γονέων θεσμοθετήθηκε από το Υπουργείο Παιδείας το 1973, τα χρόνια για τα οποία γίνεται η αναφορά, δεν υπήρξε ‘σύλλογος’ στα σχολειά μας.
Προτιμούσαν την ιατρική επιστήμη
Ο τομέας σπουδών με μεγαλύτερη ζήτηση από τους τελειοφοίτους που προορίζονταν στις εισητήριες πανεπιστημιακές εξετάσεις κατά τις δεκαετίες του ’70 και ’80 ήταν ‘η ιατρική επιστήμη’. Κατά την δεκαετία του ’90, οι προτιμήσεις των φοιτητών άλλαξαν σύμφωνα με τα νέα πρότυπα. Οι νέοι τώρα στοχεύουν σε κλάδους που έχουν σχέση με την υψηλή τεχνολογία των υπολογιστών υποσχόμεοι μια νέα εποχή στον κόσμο της επιστήμης. Αλλά και ο τομέας της οικονομίας είναι το ίδιο δελεαστικός για ένα καλύτερο οικονομικό μέλλον, στην σύγχρονη αγορά εργασίας.
«Να μην δυσαρεστηθούν οι Τούρκοι δάσκαλοι»
Οι εθνικές γιορτές στα σχολεία, γιορτάζονταν με περισσή αγωνία και χαρά. Όπως συνέβαινε σε όλο τον κόσμο, έτσι και στην χώρα μας, όλα τα εκπαιδευτήρια συνέβαλαν στην προσπάθεια να αναδείξουν την δόξα και το μεγαλείο της εθνικής ταυτότητας. Οι τούρκοι δάσκαλοι στα ομογενειακά σχολεία με πάσι θυσία φρόντιζαν για να είναι σε εντέλεια οι προετοιμασίες και η εκτέλεση των εορτασμών. Στην προσπάθεια αυτή συμμετείχαν και οι ομογενείς εκπαιδευτικοί. Στολίζονταν οι τάξεις με ποικιλία από χρωματιστά χάρτινα στολίδια, μπαλόνια αλλά και σημαίες κάθε μεγέθους. Πόρτες, παράθυρα, θρανία, πίνακας και ότι κατάλληλο στην τάξη, στολίζονταν. Ήταν η χαρά των μαθητών η διαδικασία του στολισμού, και λειτουργούσε σαν μια ανάσα και ανάπαυλα στην μονοτονία της σχολικής καθημερινότητας από τα αδιάκοπα μαθήματα και τις υποχρεώσεις. Με περισσή επιτειδιότητα γινόταν η προεργασία παρουσίασης των ποιημάτων που θα απήγγειλαν οι μαθητές στην σκηνή, οι πρόβες των σκετς, η προετοιμασία του προγράμματος της τελετής η οποία έπρεπε να συμπεριλάβει τις ομιλίες των διευθυντών, των δασκάλων, αλλά και η διδασκαλία των ύμνων όπου θα τραγουδούσε η σχολική χωρωδία σε επιμέλεια του-της μουσικού της σχολής.Ιδιαίτερα η απαγγελία ποιήματος ήταν ‘μεγάλη υπόθεση’. Δεν αρκούσε η καλή ερμηνεία. Τα ποιήματα με εθνικό περιεχόμενο έπρεπε να τονίζονται φωναχτά για να μην δυσαρεστηθούν οι Τούρκοι δάσκαλοι. Με έκπληξη αντιμετώπιζαν οι ομογενείς εκπαιδευτικοί τα ξεφωνητά μας κατά την απαγγελία, χωρίς να δίνουν νόημα στις υπερβολές που υφίστανται. Ζούσαμε υποστασιακά το δίλημμα, χωρίς όμως να έχουμε ξεκαθαρίσει στο μυαλό μας, ποιό ήταν το σωστό;

Η τελετουργία της παρέλασης
Στις μέρες μας οι παρουσιάσεις προβολής σχετικά με ταινίες που αφορούν τον εορτασμό, επίσης εμβολιάζονται στα προγράμματα τελετών που συχνά από τον πολύ φόρτο καταντούν αποπνικτικές. Οι κυριότερες εθνικές γιορτές ήταν και είναι: Η 29η Οκτωβρίου-Εορτή της Δημοκρατίας, η 10η Νοεμβρίου-Επέτειος Θανάτου του Ατατούρκ όπου στις μέρες μας γιορτάζεται ως Εβδομάδα της Ενθύμησης του Ατατούρκ-, η 23η Απριλίου-Εορτασμός της Έναρξης της Τουρκικής Βουλής και Γιορτής των Παιδιών- η οποία γιορτή είναι αφιερωμένη στα παιδιά από τον Ατατούρκ, η 19η Μαϊου-Εορτή Νεότητας και Αθλητισμού και ξεκίνημα του αγώνα ανεξαρτησίας των Τούρκων στην Σαμσούντα, όπου κατά την παρέλαση στο στάδιο, -συνήθως τα σχολεία της περιοχής του Ταξιμιού πηγαίναμε στο στάδιο του Ντολμάμπαχτσε-, μαζί με ομάδες μαθητών από άλλα σχολεία γινόταν οι γυμναστικές επιδείξεις. Αποτελούσε πηγή χαράς για τους μαθητές και τις μαθήτριες η ενδυμασία της τελετουργίας της παρέλασης. Οι φόρμες, τα σορτσάκια, τα μπλουζάκια που φόραγαν, τα φτιαγμένα κατά παραγγελία για την ημέρα αυτή. Ανταγωνίζονταν οι μαθητές μεταξύ τους για το ποιός θα κρατήσει την σημαία και την φλάμα του σχολείου. Το δυσάρεστο με τον σημαιοφόρο ήταν ότι πεζός και με την σημαία στο χέρι, όφειλε να σκαρφαλώσει την ανηφόρα του Γκιουμούσσουγιου για να φθάσει στο σχολειό, ενώ οι φίλοι του, ανέμελοι προχωρούσαν με τα χέρια ελεύθερα. Όλες οι γιορτές αυτές εορτάστηκαν από τους ομογενείς κατά παράδοξο τρόπο με ενθουσιασμό και την πρέπουσα σημασία που αρμόζει στην περίπτωση. Μάλιστα λέγεται ότι σε παρελάσεις εξωσχολικές όπου γινόταν στο Πέρα, το ακροατήριο αποτελούσαν οι γονείς των μαθητών των σχολείων της περιοχής του Πέρα, και ως συνήθως τα σχολεία αυτά, ήταν μειονοτικά σχολεία.
Σπανίως πολιτικές συζητήσεις στα σπίτια μας
Οι δεκαετίες του ’70 και του ’80 ήταν εποχές όπου στα σπίτιαμας σπανίως γινόταν συζητήσεις πολιτικού περιεχομένου. Παρουσία των παιδιών δεν μιλιότανε ζητήματα που αφορούσαν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και το ελληνοτουρκικό παρελθόν. Ο ρόλος των ομογενών δασκάλων στα σχολειά μας ήταν ουδέτερος έως παθητικός όσον αφορούσε τα ζητήματα αυτά. Οι εκπαιδευτικοί μας απέφευγαν τις κουβέντες περί πολιτικών ζητημάτων καθώς ακόμα επικρατούσε ο απόηχος της παύσης των δασκάλωνστα ομογενειακά σχολεία και συνέχιζε ‘το πρόβλημα του διορισμού’. Δεν πρέπει να θεωρηθεί υπερβολή το γεγονός ότι οι ομογενείς μαθητές ζούσαν εντός μιας εύθραυστηςγυάλινης φυάλης. Όταν το ’81 μια μικτή παρέα από αγόρια και κορίτσια των ομογενών σχολείων, πήγαμε στην ελληνοτουρκική συνάντηση, στο Βαλκανικό Τουρνουά Μπάσκετ που διοργανώθηκε στο (Spor ve Sergi Sarayı-Harbiye), ζήσαμε στο πετσί μας τον φανατισμό των Τούρκων έναντι των Ελλήνων. Την ίδια εποχή, η ελλαδική πραγματικότητα ήταν πολύ διαφορετική και οι νεοέλληνες προσαρμοζόταν σε άλλες νέες πολιτικές θέσεις και καταστάσεις που προσδιορίζονταν από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Υπήρχαν κοινά μεταξύ των ομογενειακών και των κρατικών τουρκικών σχολείων; Σε ότι αφορά την πρακτική λειτουργία των σχολείων μας σίγουρα θα υπήρχαν πολλά κοινά. Σε γενική εκτίμηση όμως το ομογενειακό σχολείο τα χρόνια αυτά, συνέχισε να αποτελεί μια ‘ξεχωριστή και ιδιάζουσα περίπτωση’.
Εβδομάδα εντοπίων προϊόντων
Μια χαρούμενη τουρκική σχολική γιορτή ήταν «Η εβδομάδα της αποταμίευσης, ή αλλιώς, η εβδομάδα των εντοπίων προϊόντων / Yerli Mallar Haftası». Οι δάσκαλοι ζητούσαν από τους μαθητές να φέρουν φρούτα και ξηρούς καρπούς και κάποια συγκεκριμένη μέρα εντός της βδομάδας, παρουσία όλων, γινόταν μια μικρή τελετή με ομιλίες και ποιήματα για την ανάγκη και τον ρόλο της αποταμίευσης και της κατανάλωσης των εντοπίων προϊόντων. Κατόπιν μικροί μεγάλοι έτρωγαν τη σοδιά που μαζευότανε. Κάποτε μαζεύονταν πολλά ‘προϊόντα’. Τότε, οι δάσκαλοι περιποιόταν καταλλήλως τα απομεινάρια και τα διένεμαν το υπόλοιπο της εβδομάδας στους μαθητές για να φαγωθούν και να μην πεταχτούν.
Τα συσσίτια, λειτουργούσαν σε κάθε ομογενειακή ενορία και σε αυτά σιτούσαν οι άποροι μαθητές και οι άποροι ομογενείς. Τα μεσημέρια όταν χτυπούσε ο ‘κώδων για το φαγητό’ οι μεν μαθητές έτρεχαν στο σισσίτιο και οι δε στην τραπεζαρία του σχολείου. Στις σημερινές ημέρες συρρίκνωσης, -τουλάχιστον τα τελευταία δέκα χρόνια-, τα συσσίτια ακόμα λειτουργούν, έχουν όμως χαρακτήρα διαφορετικό. Στο Συσσίτιο της Αγίας Τριάδος π.χ. τρώνε μαζί μικροί μεγάλοι, όλοι οι μαθητές και όλοι οι εκπαιδευτικοί. Η μεγάλη αυτή προσφορά οφείλεται στην γενναιοδωρία του Σεβ.Μητροπολίτη Τρανουπόλεως κ. Γερμανό, ο οποίος καλύπτει όλες τις υλικές ανάγκες του φιλόξενου χώρου.
Ημέρα με σταυρουδάκια
Στα ομογενειακά σχολεία, υπήρξαν οι ιδιαίτερες μέρες, ώρες και στιγμές... Όπως αυτή τη μέρα με τα σταυρουδάκια, όπου όλα τα πρωτάκια -δηλ. οι μαθητές της πρώτης τάξης των σχολείων μας-, κάποια προκαθορισμένη Κυριακή, πήγαιναν στην εκκλησία να λάβουν τα σταυρουδάκια τους από το χέρι του Μητροπολίτη μας. Η μέρα, σφράγιζε το γεγονός της μαθητείας τους. Ο ευλογημένος σταυρός, ήταν κοντά στον μαθητή-άνθρωπο και τον προσάτευε σε όλη του τη ζωή...
Επίσης μια πολύ σημαντική στιγμή, για τους έφηβους-έφηβες ήταν η μέρα της αποφοίτησής τους, η οποία είχε θεσπιστεί εν συμφωνία των τριών λυκείων μας να εορτάζεται, πανηγυρικά-. Η αποφοίτηση είχε κοινωνικό χαρακτήρα για τα ομογενειακά σχολεία. Ελάμβαναν χώρο όλοι σχεδόν οι ομογενείς για να χαρούν τα ‘νιάτα’. Μετά το 2000, οι αποφοιτήσεις αποφασίστηκε να εορτάζονται από κοινού σε κάποιο υπερπολυτελείας ξενοδοχείο της Πόλης. Η ιδέα της «ενότητας» είχε αποδοχή κι επικροτήθηκε από τους πάντες. Τις δεκαετίες του ’80 και ’90, οι απόφοιτοι ντύνονταν καλλοπισμένα αλλά απλά, κατά την γιορτινή ημέρα της αποφοίτησής τους. Σήμερα ο καλλωπισμός έχει φθάσει εκτός ορίων! Είναι ο καιρός της «τουαλέτας και του σμόκιν», και οι νέοι καμαρώνουν με την πολυμελετημένη σουλιέτα τους. Δεν θα είναι υπερβολή αν υπογραμμιστεί ότι καθ’όλον τον σχολικό χρόνο, οι τελειόφοιτοι-τες, προετοιμάζονται σχολαστικά, για το τι θα φορέσουν εκείνη την ‘μεγάλη μέρα’.
«Ενθυμού και μη λησμόνει!»
Το λεύκωμα, αποτελούσε το τετράδιο αναμνήσεων της σχολικής ζωής. Ήταν το, «Ενθυμού και μη λησμόνει!» των παιδιάτικων χρόνων μας. Οι πρώτες σελίδες των λευκωμάτων σε μικρή ηλικία αφιερωνόταν στους γονείς. Στην μητέρα στον πατέρα στα μεγάλα και μικρά αδέλφια. Όσο μεγάλωνε η ηλικία μας άλλαζαν κι οι πρωταγωνιστές με την σειρά τους. Στις πρώτες σελίδες πια αντί οι γονείς μας, έγραφαν οι κολλητοί-κολλητές μας. Οι φίλοι και δάσκαλοί μας επίσης μας έγραφαν στα λευκώματα ευχές, κοτσάκια, ποιηματάκια, όπου εξέφραζαν γραπτώς στον βαθμό οικειότητά τους ο καθένας τα συναισθήματά του προς το πρόσωπό μας
‘Ηταν ένα τετράδιο ιδιαίτερο το οποίο το ζητούσαμε ως λεύκωμα και το βρίσκαμε στα καλά χαρτοπωλεία και στα βιβλιοπωλεία. Τα κορίτσια επέλεγαν λευκώματα σε παλ χρώματαμα όπου απεικονίζονταν στα εξώφυλλά τους κούκλες και λουλούδια. Τα αγόρια τα οποία δεν ήταν και πολύ τακτικά στον χειρισμό του λευκώματος, προτιμούσαν πιο αρρενωπά χρώματα και σχέδια-σχήματα. Καθένας την σελίδα του την στόλιζε με δικές του χαλκομανίες. Διπλώναμε τριγωνικά την άκρη της σελίδας, -σαν φάκελο-, και γράφαμε ‘το μυστικό’. Το μυστικό το διάβαζε κανείς όταν γύριζε το διπλωμένο τρίγωνο. Συνήθως ήταν: «Σε αγαπώ»..ή κάποια άλλη λεξούλα της ίδιας έννοιας. Κάποιοι μαθητές το είχαμε παρακάνει και κρατούσαμε ένα λεύκωμα για κάθε σχολική χρονιά. Συνήθως τα λευκώματα των τελευταίων τάξεων ήταν αυτά που μπήκαν στο χρονοντούλαπο των αναμνήσεων μας. Πολλοί από μας τα έχουμε ακόμα έως σήμερα και σε ώρες ραστώνης τα ξεφυλλίζουμε. Τα λευκώματα ήταν απόδειξη των αγαπημένων παιδικών χρόνων της αθωότητάς μας. Συνήθως τα κορίτσια με την ίδια επιφύλαξη που κλείδωναν τα συρτάρια τους, κλείδωναν και τα λευκώματά τους.

Παραλλαγή λευκώματος το ‘ανκέτ’
Μια παραλλαγή του λευκώματος, -λίγο μεγαλύτερης ηλικίας-, ένα τετράδιο με πιο σοβαρό και πονηρό χαρακτήρα και περιεχόμενο ήταν το «άνκετ». Σε αυτό υπήρχε ένα ερωτηματολόγιο το οποίο ετοίμαζαν, οι έφηβες του γυμνασίου και λυκείου. Συνήθως το προτιμούσαν τα κορίτσια. Τα αγόρια δεν είχαν τετράδιο, αλλά, απαντούσαν στις ερωτήσεις. Συμπεριλάμβανε αρκετές ερωτήσεις (μέχρι και πενήντα). Ήταν ερωτήσεις που στόχευαν στην εξωτερική εμφάνιση, στα συναισθήματα και τις απόψεις των γνωστών και φίλων. ‘Το άνκετ’, στην ουσία είχε να κάνει με την ανίχνευση της αγαπημένης ή του αγαπημένου των φίλων μας. Δεν ήταν λίγα τα ζευγαράκια τα οποία ήρθαν σε επαφή για πρώτη φορά αποκαλύπτοντας τον θαυμασμό και την αρέσκεια τους ο ένας για τον άλλον, στα «άνκετ». Οι φωτογραφίες ηθοποιών και τραγουδιστών της ποπ, από περιοδικά κι εφημερίδες στόλιζαν τις σελίδες του τετραδίου. Το επιμελημένο ‘άριστα’ τετράδιο, γύριζε όλα τα χέρια με θαυμασμό και η κάτοχος του επικροτούνταν και φημίζονταν σε όλο το σχολείο.
Οι πιο συνηθισμένες όμως ερωτήσεις, τις οποίες συναντούσε κανείς σε όλα τα άνκετ ήταν οι εξής: 1. Ποιά είναι τα πιο αγαπητά σας τρία αντικείμενα; 2. Ποιά είναι τα τρία πράγματα που θα παίρνατε μαζί σας αν μένατε σε κάποιο ξερονήσι; 3. Τι είναι το ζώδιό σας; 4. Τι θεωρείτε περισσότερο σημαντικό, τα λεφτά ή την αγάπη; 5. Πιστεύετε στην αιώνια αγάπη; 5. Αν μαθαίνατε ότι έχετε διάρκεια ζωής τριών μηνών τι θα κάνατε; κ.λ. Τα άνκετ στις αρχές τα γράφαμε στα ελληνικά. Οι ερωτήσεις και οι απαντήσεις επιβαλλόταν στην ελληνική. Σιγά σιγά όμως, σε μια τριετία, αρχίσαμε να τα γράφουμε στην τουρκική γλώσσα. Τα κορίτσια ήταν πολύ ευαίσθητα στην σχέση τους με τα τετράδια τους και δεν συγχωρούσαν την οποιαδήποτε κακομεταχείρηση.
Τα χρόνια αυτά, όπου δεν υπήρχε και πολύ αμεσότητα διαλόγου μεταξύ κοριτσιών και αγοριών τα άνκετ βοηθούσαν στην αλληλογνωριμία τους έστω και επιφανειακά.
Περισσότερη καταπίεση τη δεκαετία του ‘80
Κατά την δεκαετία του ’80, το καθεστώς στην χώρα ήταν δικτατορικό. Ο στρατιωτικός νόμος είχε διεισδύσει λειτουργικά σε όλους τους τομείς της ζωής μας. Φυσικά δεν εξαιρείτο ούτε η εκπαίδευση. Ως ομογενείς ζούσαμε εντονότερα τις επιπτώσεις με περισσότερη καταπίεση κι έλεγχο από το Κράτος και την Διεύθυνση Παιδείας. Ατυχείς διορισμοί δασκάλων στα τουρκόφωνα μαθήματα, οι οποίοι λειτουργούσαν εις βάρος της εκπαίδευσης δυσκόλευαν την φοίτηση. Παύσεις εκπαιδευτικών και ταλαιπωρίες κατά τον διορισμό νέων δασκάλων-δασκαλισσών καθιστούσαν τα σχολειά μας αδύναμα. Χάναμε αίμα, καθώς τα σχολειά μας άδειαζαν μέρα με την ημέρα. Οι μαθητές-μαθήτριες άρχισαν να φεύγουν στην Ελλάδα για ένα καλύτερο μέλλον. Μέρες οι οποίες είχαν σχέση με τα ήθη κι έθιμά μας, -όπως οι Απόκριες, η Πρωτοχρονιά, το Πάσχα-, δεν γιορτάζονταν στο σχολείο, ή γιορτάζονταν καλυμμένα σε άλλους κοινοτικούς χώρους και χωρίς να δίδεται έμφαση στο γεγονός. Συνήθως κάποιες εκδηλώσεις στην ενοριακή εκκλησία με χαμηλών τόνων εκδηλώσεις τόνωνε την διάθεσή μας. Στις μέρες μας, εν συγκρίσει, -ευτυχώς!-, στα σχολειά ζούμε και λειτουργούμε πολύ ελεύθερα σε ό,τι αφορά στις εκδηλώσεις εθνικού και θρησκευτικού χαρακτήρα. Στολίζεται κάθε χρόνο το πρωτοχρονιάτικο δέντρο, διοργανώνονται τα γιορτινά μπαζάρ, λέμε κάλαντα εντός κι εκτός σχολείου, ακόμα και στις γειτονιές, διασχίζοντας μάλιστα με πομπή καλανταριστών το Πέρα. Το αποκριάτικο καρναβάλι αναβιώνεται και οι μασκαρωμένοι συνοδεύονται από τους τούρκους μερακλήδες προς το ελληνικό πολιτιστικό στοιχείο. Το γεγονός καλάντων στο Πέρα έχει απήχηση ακόμα και στα τουρκικά μίντια.
Ήταν εποχές όπου στις τάξεις των μικρών περιφερειακών σχολείων έκαιγαν θερμάστρες. Όταν έκανε πολύ κρύο δεν επαρκούσε η θέρμανση και οι μαθητές κρύωναν. Το χιόνι, ήταν σοβαρή αιτία παύσης των σχολείων. Κάθε χειμώνα σίγουρα χιόνιζε και σίγουρα έστρωνε το χιόνι. Η όλη διαδικασία μέχρι να λιώσουν τα χιόνια είχε τις δυσκολίες της στην συγκοινωνία και ιδιαίτερα στα στενά με αποτέλεσμα να κλείνουν τα σχολεία. Θεωρούνταν η αγία χαρά του μαθητόκοσμου οι παύσεις λόγω χιονιού και αναμένονταν πώς και πώς. Μερικές φορές τύγχαινε να στρώνει απανωτά το χιόνι. Μόλις άνοιγαν τα σχολεία ξανάκλειναν... Στις μέρες μας η ατμοσφαιρική ρύπανση και η πολυκοσμία της Πόλης δεν επιτρέπουν την χιονόπτωση. Και η αναφορά των ηλικιωμένων για σφοδρές χιονοπτώσεις στην μεγαλούπολη ώστε να εμποδίζεται η καθημερινότητά μας, ακούγεται σαν παραμύθι.
Η παιδεία στα ομογενειακά σχολεία δεν ήταν δωρεάν
Τέλος, η παιδεία στα ομογενειακά σχολεία δεν ήταν δωρεάν όπως είναι στις μέρες μας. Ο μαθητόκοσμος πλήρωνε δίδακτρα για να φοιτήσει στο ομογενειακό σχολείο. Αν κάποια οικογένεια δεν είχε καλή οικονομική κατάσταση και δεν ήταν σε θέση να πληρώσει το αρκετά σεβαστό ποσό -τον καιρό εκείνο-, γινόταν κάποια αξιολόγηση από μέρους της διοίκησης του σχολείου για την έκπτωση του ποσού των διδάκτρων. Οι άποροι μαθητές συνήθως δικαιολογώντας επίσημα με πιστοποιητικό απορίας την κατάστασή τους από την κοινότητά τους, συνέχιζαν τις σπουδές τους «δωρεάν». Οι μαθητές τα χρόνια αυτά, επίσης πλήρωναν για να λάβουν τον έλεγχο ή το πτυχίο τους, το οποίο σήμερα πια διανέμεται δωρεάν. (Στα ιδιωτικά κολέγια, οι μαθητές παίρνουν τον έλεγχο έναντι κάποιας προσφοράς για τις ανάγκες της σχολής.)
Τα σχολικά χρόνια στον μεγάλο κύκλο της ζωής σηματοδοτούν εκτός από την παιδική ηλικία, την εφηβεία και τα πρώτα νιάτα μας. Είναι τα χρόνια όπου μαθαίνουμε να μοιραζόμαστε μετά από τα παιχνίδια μας και τα πρώτα μυστικά μας.
Μαθαίνουμε να μένουμε στα σπίτια των κολλητών φίλων μας και να φιλοξενούμε αυτούς στα δικά μας. Η ανακατοσούρα που δημιουργείται από τον μαξιλαροπόλεμο στα υπνοδωμάτιά μας εκνευρίζει τις μαμάδες μας. Η αλλαγή ρούχων, αλλά και της ασημένιας ταυτότητας, -κόσμημα της μόδας- μεταξύ μας, είναι τα απαραίτητα της καλής φιλίας. Μοιραζόμαστε από τα κοινά ακουστικά του walkman τα αγαπημένα τραγούδια μας. Όσοι δεν τα έχουμε αποστηθίσει ακόμα, συνοδεύουμε διαβάζοντάς τα από ‘τα τετράδια τραγουδιού’ στα οποία γράφονται ολόκληρα κατεβατά, οι στίχοι.
Σε ζαχαροπλαστείο ή σε σινεμά
Κατά την έξοδό μας από το σχολείο, συναντιόμαστε με τις παρέες μας για να πάμε σε κάποιο ζαχαροπλαστείο, σε κάποιο μουχαλεμπιτζί, ή σε κάποιο σινεμά. Αν είναι άνοιξη, -γιατί όχι-, σε κάποιο ευάερο καφενείο της περιοχής.
Οι εκτός σχολικές ασχολίες μας, γεμίζουν τα απογεύματά μας. Μαθαίνουμε, -ή δεν μαθαίνουμε- μαντολίνο, κιθάρα και πιάνο. Μπαίνουμε όμως στην διαδικασία γιατί μας δελεάζει η ιδέα να παίζουμε κάποιο όργανο ως αστέρες της παρέας και να μας περιτυλίγουν οι φίλοι γύρω μας. Μαθαίνουμε τα πρώτα μας επαναστατικά τραγούδια. Εξοικειωνόμαστε το σκούρο επαναστατικό ντύσιμο. Τρυπάμε τα αυτιά μας, για το τρίτο σκουλαρίκι. Αθλούμαστε και μας αρέσει να κυκλοφορούμε με τον σπορ σάκο του ώμου και τα αθλητικά μας: τις ρακέτες του τένις, τις μπάλες του μπάσκετ ή του ποδοσφαίρου.
Οι πιο μεγάλοι της παρέας αρχίζουν στην οδήγηση και κάνουν τις πρώτες εμφανίσεις τους με τα αμάξια των μπαμπάδων τους. Μας ανεβάζει την αδρεναλίνη ακόμα και η ιδέα του να γεμίζουμε στο αμάξι που τρέχει δυνατά, πάνω πανωτά σαν σαρδέλες και να χουμε ανοιχτά τα παράθυρα για να μας κόβει ο δυνατός αέρας την ανάσα μας.
Είναι η ηλικία της δισκοθήκης και παίρνουμε «το βάφτισμα» με την πρώτη επίσκεψη στην πιο συμμαζεμένη δισκοθήκη της περιοχής.
Δοκιμάζουμε τουλάχιστον μια φορά και με κάποια ευκαιρία, το ποτό και το κάπνισμα. «Το θεωρούμε ντροπή, κοτζάμ νέοι να μην γνωρίζουμε την γεύση τους!»
Αρχίζουν τα πρώτα φλερτ που συνήθως τον πρώτο καιρό φυλάγονται σαν μυστικό του κράτους από τους μεγάλους του σπιτιού. Οι λογαριασμοί του τηλεφώνου στα σπίτια φουσκώνουν σε επικίνδυνο βαθμό και οι μπαμπάδες σπάζουν κεφάλι για έκτακτα μέτρα. Τα Σαββατοκυριακάτικα προγράμματά μας συνδυάζουν και ομαδικές εκδρομές στα περίγυρα της Πόλης μας, σε βοσπορινές ακτές και στα Πριγκηπόνησα.
Στις συνθήκες και τις συγκυρίες της Πόλης όλα αυτά πραγματοποιούνται πάντα με κάποια επιφυλακτικότητα, όσο και να φαίνονται ‘άναρχες κινήσεις’. Είναι μια μικρή δόση φιλελευθερισμού στα πρέπει και στα ταμπού της εποχής που σαν νιάτα σπείραμε και ζήσαμε. Μια νότα χαράς, μια πινελιά από ζεστά χρώματα της ίριδος που καθιστούν την ζωή μας πιο ανθρώπινη...

(Αποσπασματικά, από το βιβλίο μου Η Πόλη της Καρδιάς μας / Αναμνήσεις και Βιώματα από τις Δεκαετίες του΄70 και του΄80 /Εκδόσεις Τσουκάτου-Αθήνα 2020)